Ψυχολογία: Η Αρχαιολογία του Σώματος
ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 1|2
Από την Δώρα Νικολαΐδου (*)
Τραύματα του χθες, πληγές του σήμερα
Τα τραύματα του χθες επηρεάζουν την ψυχική και σωματική υγεία μας στο σήμερα. Η ψυχολόγος Δώρα Νικολαΐδου εξηγεί γιατί συμβαίνει αυτό.
ν
ΠΟΙΑ ήταν τα τραυματικά βιώματα των παππούδων και των προπαππούδων μας; Έχετε μήπως σκεφτεί ότι η απώλεια της πατρίδας, μια επιθανάτια ευχή ή ένας τραυματικός θάνατος, κάποια γεγονότα που έχουν καλυφθεί από την αχλή των αιώνων, μπορεί να επηρεάζουν αρνητικά την κατάσταση της ψυχικής και της σωματικής υγείας μας στο Σήμερα;
Υπάρχουν σύγχρονες επιστήμες που βοηθούν το ανθρώπινο μάτι να διεισδύσει στα βάθη του σύμπαντος, στον κόσμο των άστρων, όπως η αστροφυσική. Άλλες που φωτίζουν τις αόρατες πτυχές της ανθρώπινης ψυχής, όπως η ψυχολογία. Υπάρχουν, επίσης επιστήμες που «ζωντανεύουν», μέσα από τους κόλπους της γης, την ιστορία των πολιτισμών του μακρινού παρελθόντος, όπως η αρχαιολογία.
Όμως, η ανάγκη να φωτίσουμε τα μυστήρια που δεν βλέπει το μάτι, που δεν αγγίζει το χέρι και δεν μπορεί να ανασύρει ο νους, κάνει εμάς, τους ανθρώπους, να αναζητούμε τη γνώση, ακολουθώντας ατραπούς που μέχρι σήμερα παρέμεναν απάτητες. Η ανάγκη αυτή «γέννησε» μια επιστήμη που συνδυάζει τη Φυσική της Ψυχής με την Αρχαιολογία – την Αρχαιολογία του Σώματος.
«Μα πώς θα μπορούσε ένα ανθρώπινο σώμα, από την πρώτη στιγμή που γεννιέται στη γη, να κουβαλάει μέσα του μια δική του, ήδη αρχαία, ιστορία;» θα με ρωτούσε ένας σκεπτικιστής αναγνώστης. Η αλήθεια είναι ότι μια τέτοια άποψη, ακούγεται παράδοξη. Απάντηση σ’ αυτό έρχεται να μας δώσει αυτή η νέα επιστημονική προσέγγιση, μέσα από τη βασική αρχή στην οποία στηρίζεται:
Όπως ακριβώς η γη που πατάμε –μέσα από τα ερείπια, τις ταφές, τα σπήλαια, τα ηφαίστεια και τους ωκεανούς της– φιλοξενεί στα σπλάχνα της μια «ιστορική βιβλιοθήκη» των όσων διαδραματίστηκαν επάνω της, έτσι και το σώμα του καθενός από εμάς έχει κληρονομήσει τα αρχεία των προγόνων του μέσα από το DNA, τα κύτταρα, τους νευρώνες, το αίμα και τα οστά του.
– Rubi Gibson
Μελετώντας μάλιστα τα αρχεία που είναι αποθηκευμένα μέσα στο σώμα μας, διατείνεται η Σωματική Αρχαιολογία, μπορούμε να βρούμε πώς το μακρύ και περιπετειώδες παρελθόν της πατρικής και της μητρικής οικογένειάς μας έχει επηρεάσει τη δική μας ζωή στο Σήμερα. Ακόμη δε να προβλέψουμε το πώς αυτό το παρελθόν πρόκειται να διαμορφώσει το Αύριο των παιδιών μας, και των παιδιών των παιδιών μας!
ν
Οι αφορμές για τη γέννηση του όρου
«Αρχαιολογία του Σώματος»
«Μα θα μπορούσαν να συμβαίνουν στ’ αλήθεια, στα πλαίσια της επιστήμης, τέτοια πράγματα;» είναι η επόμενη ερώτηση που θα μου έκανε αυτός ο σκεπτικιστής αναγνώστης.
Κι όμως… Στατιστικές κλινικές μελέτες, ήδη από το 1966, εντόπισαν την ύπαρξη αυτού του φαινομένου, όταν διαπιστώθηκε ότι, όχι μόνον οι ίδιοι οι επιζώντες των ναζιστικών Στρατοπέδων Συγκέντρωσης, αλλά και τα εγγόνια τους υπήρξαν τακτικότατοι τρόφιμοι ψυχιατρικών ιδρυμάτων στον Καναδά.
Εκρήξεις βίας, έμμονες ιδέες, διπολική διαταραχή, κατάθλιψη και παράνοια ήταν η ψυχοπαθολογική εικόνα που παρουσίαζαν οι απόγονοι δεύτερης γενιάς των Εβραίων αιχμαλώτων, σαν να είχαν βιώσει άμεσα τις τραυματικές εμπειρίες των παππούδων τους.
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στους απογόνους πρώτης και δεύτερης γενιάς των θυμάτων του Ιταλικού Φασιστικού Κόμματος, των Ιαπώνων βετεράνων του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπως και στους απογόνους επιζώντων από τρομοκρατικά χτυπήματα ανά τον κόσμο. Τότε ήταν που στους κόλπους της κλασικής ψυχιατρικής άρχισε δειλά-δειλά να γίνεται λόγος για μια ψυχική διαταραχή «μετατραυματικού τύπου». Η διαταραχή αυτή ξεκινάει από εκείνους που αρχικά βίωσαν μια τραγωδία, αλλά συνεχίζει να επεκτείνεται στους απογόνους δεύτερης, τρίτης, τέταρτης γενιάς… και όχι μόνο.
Προκειμένου να τεκμηριωθούν επιστημονικά όλα αυτά τα πρωτοφανή, οι ψυχίατροι της δεκαετίας του 1970 ζήτησαν τη συνδρομή και άλλων ειδικοτήτων: νευροεπιστήμονες, γνωσιακοί ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι και γενετιστές ένωσαν τις δυνάμεις τους, προσπαθώντας ν’ ανακαλύψουν τα μυστικά της διαταραχής που παρουσίαζαν οι αρχικοί επιζώντες των τραυματικών γεγονότων, και το πώς αυτή επεκτείνονταν στους απογόνους τους.
Τι καινούριο αποκόμισε η γνώση για την ανθρώπινη ψυχή απ’ αυτές τις έρευνες; Πολλά και ενδιαφέροντα.
ν
ν
Αλλά ας αρχίσουμε από το τι σημαίνει να πάσχει κάποιος από Μετατραυματική Διαταραχή ή, με την αγγλική ορολογία, Post-Traumatic Stress Disorder (PTSD).
Πρόκειται για τα έντονα, τραυματικά βιώματα, που εξακολουθούν να «στοιχειώνουν» ένα άτομο που βίωσε μια τραυματική εμπειρία. Για ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή του, ακόμα και με την πιο ασήμαντη αφορμή, είναι καταδικασμένος είτε να «ξαναζεί» κινηματογραφικά την εμπειρία του και να επανατραυματίζεται ψυχικά, είτε να κυριεύεται ξαφνικά από παράλογο άγχος ή τυφλό θυμό, από άφατο τρόμο ή από έντονη αίσθηση πανικού και αδιεξόδου. Και ο ίδιος αδυνατεί να διαχειριστεί και να καταλάβει από πού προέρχονται.
Όταν αυτά τα επεισόδια γίνονται καθημερινότητα, αλλοιώνουν μόνιμα τον χαρακτήρα του και καταστρέφουν, όχι μόνο την ποιότητα της δικής του ζωής, αλλά και τις σχέσεις του με τους γύρω του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό που συνέβη σε μεγάλη μερίδα Αμερικανών βετεράνων του Βιετνάμ που, επιστρέφοντας στη «μητέρα πατρίδα», δεν κατάφεραν να επανέλθουν στη ζωή που είχαν αφήσει πίσω τους, προτού φύγουν για τον πόλεμο. Η ενδο-οικογενειακή βία, η εμπλοκή με το αλκοόλ και τα ναρκωτικά ήταν κάποιες από τις συχνότερες τάσεις που παρουσίασαν, ενώ δεν ήταν σπάνιες ψυχιατρικές παθήσεις, αυτοκτονίες, ακόμα και φόνοι, που διέπραξαν σε κατάσταση αμόκ.
Βέβαια, τέτοια φαινόμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν αναμενόμενα σε θύματα μιας έντονα τραυματικής κατάστασης. Όμως, πώς είναι δυνατόν η μετατραυματική διαταραχή, που προκάλεσε μια τραγωδία σε κάποια απ’ τα μέλη μιας οικογένειας στο παρελθόν, να προκαλεί κατάθλιψη, κρίσεις πανικού και βίαιο θυμό, ακόμα και στους απογόνους τους; Και πώς γίνεται οι φοβίες, η ωμή βία και η παράνοια που άφησε πίσω του ένας πόλεμος, να «ταξιδεύουν» από γενιά σε γενιά, κατατρέχοντας ακόμα κι έναν ολόκληρο λαό, για αιώνες μετά το συμβάν;
Γενετιστές, ψυχαναλυτές, κοινωνικοί λειτουργοί και κλινικοί ψυχολόγοι, που ερευνούν τα αίτια και τις συνέπειες της μετατραυματικής διαταραχής κατά την παιδική ηλικία, μας διαφωτίζουν για τη διαδικασία της μετάδοσης αυτής.
ν
ν
Η Επιγενετική μετάδοση των τραυμάτων
Ο πρώτος τρόπος είναι Επιγενετικός. Με άλλα λόγια, η μετατραυματική διαταραχή μεταφέρεται μέσω της αλλαγής στην συμπεριφορά (φαινότυπο) των κυττάρων, όταν μέσα στον γενότυπο (DNA) τροποποιούνται χημικά κάποια από τα αρχικά στελέχη, ή όταν σ’ αυτόν προσαρτώνται καινούρια.
Αν και οι μεταλλάξεις αυτές είναι «Επιγενετικές» –οφείλονται δηλαδή σε στοιχεία που επικάθονται επάνω στο αρχικό γενετικό υλικό κατά τη διάρκεια της ζωής– καταγράφονται πλέον μόνιμα και συνεχίζουν ν’ αναπαράγονται μαζί με το κύτταρο που τις φέρει. Μεταδίδονται δε μέσα από το σπέρμα και στους απογόνους τού ατόμου.
Έρευνες, αρχικά σε ποντίκια και αργότερα σε ανθρώπους, έχουν δείξει ότι καταστάσεις που έχουν απειλήσει την επιβίωση των ατόμων αυτών σε βιολογικό ή ψυχολογικό επίπεδο, έχουν επηρεάσει τις βιολογικές και συναισθηματικές αντιδράσεις τόσο των ίδιων, όσο και των απογόνων τους.
Όπως αποκαλύπτουν πολύ πρόσφατες έρευνες, όπως αυτή που διεξήγε η ομάδα της Ρέιτσελ Γιεχουντά (Rachel Yehuda), καθηγήτριας ψυχιατρικής και νευροεπιστήμης στην Ιατρική Σχολή του Όρους Σινά, οι υπερήλικες επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος παρουσιάζουν, έως και σήμερα, εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα κορτιζόλης – μιας ορμόνης που, σε κανονικές ποσότητες, θα βοηθούσε το σώμα να επανέλθει στη φυσιολογική ισορροπία του, μετά από τη βίωση ενός τραυματικού γεγονότος.
Σε όσους δε από αυτούς παρουσιάστηκαν και συμπτώματα Μετατραυματικής Αγχωτικής Διαταραχής, μετρήθηκαν επίπεδα κορτιζόλης ακόμα χαμηλότερα, δείγμα της βαθειάς και μόνιμης αλλοίωσης που είχε πλέον υποστεί η αρχική βιοχημεία του οργανισμού τους.
Επιπλέον, οι υπερήλικες αυτοί –και ιδιαίτερα όσοι βρίσκονταν σε πολύ νεαρή ηλικία κατά την εποχή της αιχμαλωσίας– παρουσιάζουν και πολύ χαμηλά επίπεδα ενός ενζύμου που, υπό κανονικές συνθήκες, θα συντελούσε στην αύξηση της κορτιζόλης.
Πρόκειται για μια σωτήρια προσαρμογή που έκανε το σώμα των ανθρώπων αυτών, η οποία έδωσε τη δυνατότητα στο συκώτι και στα νεφρά τους να μεγιστοποιήσουν την αποθήκευση γλυκόζης, εξασφαλίζοντας έτσι στον μεταβολισμό τους τη σίγουρη τροφοδοσία με καύσιμο. Εξαιτίας αυτού, οι προσαρμοστικοί οργανισμοί τους κατάφεραν ν’ αντεπεξέλθουν στην παρατεταμένη στέρηση τροφής, που βίωναν στα ναζιστικά κολαστήρια, και γλίτωσαν το θάνατο.
Σε παράλληλες έρευνες που έγιναν στους σημερινούς απογόνους τους, παρατηρήθηκε ότι αυτό το βιολογικό προφίλ, σε ό,τι αφορά την διαχείριση του στρες και την τάση για μεγαλύτερη αποθήκευση γλυκόζης, έχει μεταδοθεί σχεδόν ακέραιο: έχουν χαμηλότερο επίπεδο κορτιζόλης και είναι πολύ πιο ευάλωτοι στο στρες, σε σύγκριση με άλλους συνομήλικούς τους. Συνεπώς, έχουν και μεγαλύτερες πιθανότητες να βιώσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους συμπτώματα PTSD από οποιαδήποτε αιτία.
Επίσης, με την πάροδο της ηλικίας θα έχουν και μεγαλύτερες πιθανότητες να επηρεαστούν από μεταβολικά σύνδρομα όπως η παχυσαρκία, η υπέρταση και η μειωμένη δράση της ινσουλίνης, ειδικά αν διαβιούν σε περιβάλλοντα όπου η τροφή θα αφθονεί.
ν
ν
Ποιος είναι άραγε ο σκοπός που εξυπηρετεί μια τέτοια διαδικασία, όπως η Επιγενετική, μέσα στη Φύση; « Η επιβίωση κάθε Είδους βασίζεται σε μια σειρά επιτυχών κυτταρικών προσαρμογών» είχε επισημάνει ο Δαρβίνος.
Έργο, λοιπόν, των κυττάρων είναι να μεταφερθούν οι προσαρμογές αυτές μέσα από τη μητρική ή την πατρική ρίζα (μέσα από τη μήτρα, κατά την περίοδο της κύησης, ή απ’ το σπέρμα) στους απογόνους τους.
Και αυτό γίνεται, προκειμένου να τους προετοιμάσουν βιολογικά, ώστε να διαβιώσουν καλύτερα σ’ ένα περιβάλλον, παρόμοιο μ’ αυτό που επέζησαν οι γεννήτορές τους, κι έτσι να εξασφαλιστεί η διαιώνιση του Είδους. Όμως αυτό συμβαίνει ανεξάρτητα από το εάν αυτές οι προσαρμογές οδηγήσουν, μακροπρόθεσμα, σε αρνητική εξέλιξη της σωματικής υγείας ή της προσωπικότητας.
ν
1 2