Πώς οι τροφές παράγουν φιλοσοφία

Κατηγορία ΘΕΜΑΤΑ, Φιλοσοφία

ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 25/7/14

Από τον Αναστάσιο Ν. Πανά

 

Πώς το ανθρώπινο σώμα αλχημίζει τις τροφές και τις μετατρέπει σε ενέργεια την οποία χρησιμοποιούμε για να παράγουμε σκέψεις.

Οι διατροφικές συνήθειες την εποχή του Αυγούστου.

019025GNF53638

Άγαλμα του Οκταβιανού Αυγούστου (1ος αι. μ.Χ.). Μουσείο Βατικανού, Ρώμη.
v

Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ είναι μια σύνθετη επιστήμη, καθώς δεν αφορά μόνο την αλληλεπίδραση των θρεπτικών και άλλων ουσιών στα τρόφιμα (π.χ. φυτοθρεπτικά συστατικά, ανθοκυανίνες, τανίνες κτλ.) σε σχέση με τη συντήρηση, την ανάπτυξη, την αναπαραγωγή, την υγεία ή την ασθένεια ενός οργανισμού, αλλά και τις σχετικές με την πρόσληψη τροφής λειτουργίες, όπως είναι η απορρόφηση, η αφομοίωση, η βιοσύνθεση, ο καταβολισμός και η απέκκριση.
Μια άλλη λειτουργία στην οποία δίνεται μικρή σημασία είναι η σκέψη. Από τις τροφές παίρνουμε τις θρεπτικές τους ουσίες, τις οποίες το σώμα μας τις μετασχηματίζει σε ενέργεια, την οποία χρησιμοποιούμε για να παράγουμε σκέψεις. Και η κορωνίδα της σκέψης είναι η φιλοσοφία.
Το σύμπαν υποστηρίζει τη ζωή μέσω θρέψης. Από τη σκοπιά αυτή το ανθρώπινο σώμα είναι ένα απίστευτο εργαστήριο, ένα αλχημιστικό εργαστήριο, γιατί μπορεί και μετατρέπει την τροφή σε κάτι ανώτερο.
Αλλά ενώ συμβαίνει αυτό, ενώ το σώμα αλχημίζει τις τροφές, τις καθαρίζει και τις εξαγνίζει, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το δίκτυο των σκέψεων που συγκροτούν ως ολότητα το διανοητικό μέρος του ανθρώπου είναι οργανωμένο έτσι ώστε να παράγει αφηρημένες ιδέες. Στους περισσότερους οι τροφές μετατρέπονται σε λίπος και παχυσαρκία, κατά την πνευματώδη διατύπωση του φιλοσόφου που είπε σ’ εκείνον που τον επιτιμούσε ότι τρώει ταπεινά φαγητά: «Εγώ τρώω για να ζω και δεν ζω για να τρώω».
Με αυτό ήθελε να πει ότι οι τροφές παράγουν φιλοσοφία υπό την προϋπόθεση ότι ο λογισμός εκείνου που τις καταναλώνει δεν γίνεται νωθρός, αλλά χρησιμοποιείται για έρευνα και αναζήτηση της αλήθειας.
Η παχυσαρκία δεν είναι πρόβλημα μόνο των ημερών μας. Συνέβαινε και στην αρχαιότητα οι τροφές σε άλλους να τους ανοίγουν την όρεξη για μάθηση και σε άλλους απλώς για να φάνε ακόμα περισσότερο, αντλώντας ευχαρίστηση και ηδονή από τις πράξεις της μάσησης και της κατάποσης. Και δεν τους πείραζε καθόλου που επιβάρυναν το σώμα τους με πάχος, καθώς
Επειδή επιθυμώ κάτι ιδιαίτερο, αυτός μόνο ο θάνατος μου φαίνεται
ευτυχισμένος, να κείτομαι παχύς με πολλές ζάρες λίπους
ανάσκελα, να μιλώ με δυσκολία, ν’ αγωνίζομαι να αναπνεύσω,
να τρώω και να λέω «σαπίζω από την ηδονή
».
Αυτό αναφέρει ο Μένανδρος στην κωμωδία Αλιείς, σχετικά με τον Διονύσιο, τον γιο του πρώτου τυράννου στην Ηράκλεια της Σικελίας. Λέγεται πως όταν έγινε κι ο ίδιος τύραννος της πατρίδας του, εξαιτίας της τρυφηλότητας και της καθημερινής αδηφαγίας του έγινε πολύσαρκος χωρίς να το καταλάβει, ώστε εξαιτίας του πάχους του προσβλήθηκε από δύσπνοια και πνιγμό. Γι’ αυτό οι γιατροί όρισαν να κατασκευαστούν λεπτές βελόνες πολύ μακριές, για να τις χώνουν στα πλευρά και στην κοιλιά του, για να ξυπνά αν τύχαινε να πέσει σε κάπως βαθύ ύπνο. Συνήθως, εξαιτίας της πωρωμένης από το λίπος σάρκας του η βελόνα δεν του προκαλούσε αίσθηση πόνου∙ αν όμως η βελόνα άγγιζε μέρος απαλλαγμένο από πάχος, τότε ξυπνούσε.
Ήταν τόσο παχύς που διεκπεραίωνε τις υποθέσεις με όσους ήθελαν να τον δουν βάζοντας ένα κιβώτιο μπροστά από το σώμα του, για να κρύβει τα μέρη εκείνα τα οποία ξεχείλιζαν από πάχος, προβάλλοντας μόνο το πρόσωπο σ’ εκείνον με τον οποίο συζητούσε. Έζησε πενήντα πέντε χρόνια, από τα οποία ήταν τύραννος τριάντα τρία, και, όπως συμβαίνει με όλους τους ευτυχισμένους ανθρώπους, ξεχώρισε απ’ όλους τους προγενέστερούς του τυράννους στην πραότητα και την επιείκεια.
Το πάχος δεν συνδέεται πάντα με την πραότητα και την μακάρια ευτυχία. Αυτό φανερώνει η περίπτωση του Πτολεμαίου Η΄, που βασίλευσε στην Αίγυπτο, ο οποίος ονόμαζε τον εαυτό του Ευεργέτη και οι Αλεξανδρινοί τον αποκαλούσαν Κακεργέτη. Ο Αθήναιος, στο δωδέκατο βιβλίο των Δειπνοσοφιστών, περιγράφει την αλγεινή εντύπωση που προκάλεσε ο Πτολεμαίος στον Σκιπίωνα Αιμιλιανό, όταν ο τελευταίος τον επισκέφθηκε στην Αλεξάνδρεια το 136 π.Χ., συνοδευόμενος από τον φιλόσοφο Παναίτιο:
«Λόγω της τρυφηλότητας είχε χαλάσει το σώμα του [Πτολεμαίου] από το πάχος και το μέγεθος της κοιλιάς, που συνέβαινε να μην μπορεί κάποιος να την αγκαλιάσει με τα χέρια του∙ για να την σκεπάσει, φορούσε φαρδύ χιτώνα που έφτανε έως τα πόδια και είχε μανίκια έως τους καρπούς των χεριών∙ ποτέ δεν πήγαινε πεζός παρά μόνο χάρη στον Σκιπίωνα».
Στη μετάφραση χάνεται το λογοπαίγνιο που γίνεται στο αρχαίο κείμενο με τη χρήση του κύριου ονόματος (Σκιπίωνας) και το προσηγορικό σκιπίωνας, που σημαίνει ραβδί, μπαστούνι. Έτσι, η φράση στο τέλος σημαίνει «με τη βοήθεια ενός μπαστουνιού».
Ο Διονύσιος και ο Πτολεμαίος μπορούσαν να διάγουν μια άνετη και τρυφηλή ζωή, καθώς τα βρήκαν όλα έτοιμα και το μόνο που είχαν να κάνουν ήταν απλή συντήρηση εξουσίας. Δεν αντιμετώπιζαν προβλήματα ούτε κινδύνους να τους απειλούν και φυσικά δεν είχαν πνευματικές ανησυχίες. Η ενέργεια απ’ όσα καταβρόχθιζαν μετατρεπόταν σε αποθεματικό λίπους.
v

Οι διατροφικές συνήθειες του Αυγούστου

Θα είχε ενδιαφέρον αν γνωρίζαμε τις διατροφικές συνήθειες των αρχαίων στοχαστών, ενός Πλάτωνα ή ενός Σωκράτη, όμως η ιστοριογραφία είναι εξαιρετικά φειδωλή σε τέτοια θέματα. Για τον Σωκράτη γνωρίζουμε μόνο ότι κανείς δεν μπορούσε να τον συναγωνιστεί στο πιοτό, αφού όσο κι αν έπινε, δεν μεθούσε ποτέ. Για τον Πυθαγόρα γνωρίζουμε ότι ήταν χορτοφάγος κι ότι προτιμούσε το σταρένιο ψωμί και το μέλι. Χορτοφάγος ήταν και ο κυνικός Διογένης, αλλά και ο Απολλώνιος Τυανέας. Όσο για τον Επίκουρο, γνωρίζουμε ότι είχε αδυναμία στο τυρί φέτα.
Η ιστοριογραφία γίνεται κάπως πιο ανοιχτοχέρα όταν πρόκειται για πρόσωπα με επιφανή δράση και για πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες που λόγω των περιστατικών της προσωπικής και δημόσιας ζωής τους πέρασαν από τη σφαίρα της ιστορίας στη σφαίρα του μύθου.
Όταν κάποτε ο Ιούλιος Καίσαρας έπεσε στο κρεβάτι χτυπημένος από σοβαρή και επώδυνη ασθένεια, οι γιατροί του συνέστησαν να φάει ένα συγκεκριμένο είδος πουλιού, που σε ολόκληρη τη Ρώμη υπήρχε μόνο στους κήπους του Λούκουλου, και του είπαν να στείλει να το ζητήσει. Όταν το άκουσε ο Καίσαρας, αντέδρασε λέγοντας:
Δηλαδή αν δεν υπήρχε ο Λούκουλος, δεν θα υπήρχε ο Καίσαρας;
Και προτίμησε να διακινδυνεύσει να πεθάνει παρά να υποχρεωθεί στον Λούκουλο και να φανεί μετά ότι χρωστούσε σ’ αυτόν τη ζωή του. Το απλό αυτό περιστατικό αποκαλύπτει ότι ο Καίσαρας μπορεί να μην είχε σιδερένια κράση είχε όμως σιδερένια θέληση.
v

030125GNF53520

Προτομή του πρώτου Ρωμαίου αυτοκράτορα, Οκταβιανού Αυγούστου. Γλυπτοθήκη του Μονάχου.
v

Για τις διατροφικές συνήθειες μιας άλλης ρωμαλέας προσωπικότητας του ελληνορωμαϊκού κόσμου μάς πληροφορεί ο Σουητώνιος στους Βίους των Δώδεκα Καισάρων. Πρόκειται για τον ανιψιό του Καίσαρα, τον Γάιο Οκταβιανό που αργότερα ονομάστηκε Αύγουστος, που σημαίνει ιερός. Ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας της Ρώμης και ο μακροβιότερος διοικητής, καθώς κυβέρνησε την ρωμαϊκή ηγεμονία, που εκτεινόταν από τη Βρετανία και την Ισπανία έως τη Μεσοποταμία και την Αραβία, και από τη Γερμανία και τη Βόρεια Βαλκανική έως τη Βόρεια Αφρική και την Αίγυπτο, για πάνω από πενήντα έξι χρόνια – στην αρχή ως μέλος της τριανδρίας με τον Αντώνιο και τον Λέπιδο, ύστερα και για δώδεκα χρόνια μόνο με τον Αντώνιο, και στο τέλος, για σαράντα τέσσερα χρόνια, μόνος του.
Μελετώντας τη βιογραφία του μπορεί κανείς να καταλήξει σε δύο διαπιστώσεις, που όμως είναι επισφαλείς: πρώτον, ότι έκλεινε προς τη χορτοφαγία και, δεύτερον, ότι πιθανόν να έπασχε από διαβήτη που του είχε προκαλέσει κάποια κυκλοφοριακά προβλήματα στα άκρα.
Όταν προσβλήθηκε κάποτε από μια επικίνδυνη ασθένεια, ο γιατρός του, ο Αντώνιος Μούσας, κατάφερε να τον θεραπεύσει το 23 π.Χ., ορίζοντάς του μια δίαιτα από μαρούλια και κρύα υγρά. Μόλις έγινε καλά, ο Αύγουστος έπλεξε το εγκώμιο του Έλληνα γιατρού στη Σύγκλητο, ανταμείβοντάς τον με το ισόβαρό του σε χρυσά νομίσματα, ποσό που η ευγνωμονούσα Σύγκλητος το διπλασίασε. Ο Μούσας, αν και απελεύθερος, όπως οι περισσότεροι γιατροί στη Ρώμη, προβιβάστηκε στην τάξη των ιππέων, που του έδινε το δικαίωμα να φορά χρυσό δαχτυλίδι και να υποβάλλει υποψηφιότητα για δημόσια αξιώματα. Η Σύγκλητος διέταξε να τοποθετηθεί το άγαλμά του δίπλα σ’ εκείνο του Ασκληπιού και επιπλέον ψήφισε ένα διάταγμα που απάλλασσε όλους τους γιατρούς από την υποχρέωση καταβολής φόρων.
Οι τιμές αυτές, που σήμερα φαίνονται υπερβολικές και παράλογες, δείχνουν δύο πράγματα: πρώτον την μεγάλη επιρροή που είχαν οι Έλληνες γιατροί στον ελληνορωμαϊκό κόσμο (κάπου 170 χρόνια αργότερα θα διαπρέψει στη Ρώμη ο Γαληνός, ο δεύτερος σπουδαιότερος Έλληνας γιατρός μετά τον Ιπποκράτη) και δεύτερον, ότι ο Μούσας σώζοντας τον Αύγουστο στην ουσία έσωζε την νεοϊδρυθείσα ρωμαϊκή ηγεμονία, η οποία μόλις είχε αρχίσει να λειτουργεί κάτω από ένα νέο πολίτευμα, και ζούσε μια παρατεταμένη ειρήνη ύστερα από δεκαετίες αιματηρών πολέμων και εμφυλίων συγκρούσεων.
Ένα άλλο στοιχείο είναι ότι ο Αύγουστος συνήθιζε να χρησιμοποιεί τα ονόματα πολλών κηπευτικών σε ορισμένες εκφράσεις που έγιναν παροιμιώδεις. Για παράδειγμα, θέλοντας να τονίσει τον κατεπείγοντα χαρακτήρα μιας εσπευσμένης κίνησης έλεγε: «γρηγορότερα απ’ όσο μαγειρεύονται τα σπαράγγια», ενώ για να δείξει ότι δεν μπορούσες εύκολα να τον εξαπατήσεις, έλεγε: «ένα παντζάρι δεν ξέρει ελληνικά, εγώ όμως ξέρω».
Η αλήθεια είναι ότι από νωρίς είχε δείξει ενδιαφέρον για τις ελληνικές σπουδές, στις οποίες είχε πολύ μεγάλες επιδόσεις με δάσκαλό του στην ρητορική τον Απολλόδωρο από την Πέργαμο. Αργότερα ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία, μαθητεύοντας κοντά στον φιλόσοφο Άρειο από την Αλεξάνδρεια. Μάλιστα ο Άρειος ήταν η αιτία που ο Αύγουστος συγχώρεσε την πόλη της Αλεξάνδρειας, όταν το 30 π.Χ. του εναντιώθηκε, προβάλλοντας αντίσταση. Είναι επίσης γνωστό ότι ο αυτοκράτορας του είχε ιδιαίτερη εκτίμηση και του πρόσφερε σημαντικά αξιώματα.
v

049025GNF53361

Εσωτερικό δωματίου από την κατοικία του Αυγούστου στον Παλατίνο Λόφο.
v

Το ότι μπορεί να έπασχε από διαβήτη το συμπεραίνουμε από το είδος της δίαιτας που ακολουθούσε, τις ακατάστατες ώρες ύπνου και τα προβλήματα που είχε στα άκρα.
Άλλωστε ο σακχαρώδης διαβήτης ήταν γνωστός στον αρχαίο κόσμο. Ο Αρεταίος από την Καππαδοκία (2ος αιώνας π.Χ.) περιλαμβάνει την πρώτη γνωστή σαφή αναφορά στη νόσο και μια περιγραφή της στο βιβλίο του Περί των αιτίων και των συμπτωμάτων των οξέων και χρονίων νόσων. Αυτός είναι που εισήγαγε τον όρο “διαβήτης”, από το ρήμα διαβαίνω, επειδή πρόκειται για ασθένεια που μπορεί να “περιδιαβαίνει” το σώμα αδιάγνωστη για πολλά χρόνια πριν γίνει αντιληπτή.
Τα προβλήματα του Αυγούστου εντοπίζονταν στο αριστερό πόδι, πράγμα που τον ανάγκαζε ορισμένες φορές να κουτσαίνει ελαφρά. Για την ανακούφιση του πόνου αλλά και για την ενίσχυση της μυϊκής μάζας, ο γιατρός του τού είχε συστήσει ένα κατάπλασμα από άμμο και κοπανισμένα καλάμια – δύο υλικά που είχαν στην αρχαιότητα πιστωθεί με θεραπευτικές ιδιότητες, μια από τις οποίες ήταν ότι διοχέτευαν δύναμη και ενέργεια στον οργανισμό.
Το κατάπλασμα αυτό ήταν η εξαίρεση. Ο Μούσας του είχε απαγορεύσει τα θερμά επιθέματα και τον είχε υποχρεώσει να χρησιμοποιεί μόνο ψυχρά. Του επέβαλε επίσης να κάνει θαλάσσια και θειούχα λουτρά. Ο Αύγουστος καθόταν σε ένα ξύλινο σκαμνάκι του μπάνιου και βύθιζε εναλλάξ στο νερό πότε τα χέρια του και πότε τα πόδια του.
Το χειμώνα στο στρατόπεδο έβρισκε μερικές φορές τον αντίχειρα του δεξιού του χεριού τόσο άκαμπτο και ξυλιασμένο, ώστε με μεγάλη δυσκολία κατάφερνε να τον χρησιμοποιήσει για να γράψει, ακόμα και με τη βοήθεια μιας κεράτινης δαχτυλήθρας.
Για κύριος ολόκληρου του τότε γνωστού κόσμου, ο Αύγουστος ήταν εξαιρετικά λιτοδίαιτος. Έτρωγε πολύ λίγο και σχεδόν πάντα κοινότυπο σπιτικό φαγητό. Η δίαιτά του αποτελείτο από μαύρο ψωμί και μικρά ψάρια (τα μικρά ψάρια άρεσαν επίσης πολύ στον Μέγα Αλέξανδρο), από ελαφρά υγρό χειροποίητο τυρί (ανθότυρο) και χλωρά σύκα δεύτερης σοδειάς. Δεν έπαιρνε μέρος στα συμπόσια, ενώ στα επίσημα δείπνα που παρέθετε πήγαινε καθυστερημένος και έφευγε νωρίς, χωρίς να αγγίζει τίποτε. Τα γεύματά του ήταν μάλλον ακατάστατα, και έτρωγε μόνο όταν το στομάχι του διαμαρτυρόταν. Τότε έκοβε την πείνα του με λίγο ψωμί μουσκεμένο σε κρύο νερό ή τρώγοντας ένα κομματάκι αγγούρι ή ένα φύλλο μαρουλιού ή ένα ξυνόμηλο.
Σε μια από τις επιστολές του, που έχουν σωθεί, γράφει: «Μέσα στην άμαξά μου έφαγα λίγο ψωμί και μερικούς χουρμάδες». Και σε άλλη: «Καθώς πήγαινα με το φορείο μου από τη Βουλή στο σπίτι, άρπαξα μια ουγκιά ψωμί και λίγες ρόγες από σκληρό σταφύλι». Και αλλού: «Ούτε και ο Εβραίος, αγαπητέ μου Τιβέριε, νηστεύει με τόση επιμέλεια τα Σάββατα με όση νήστεψα εγώ σήμερα, που έβαλα μόνο δύο μπουκιές στο στόμα μου μέσα στο μπάνιο, πριν αλειφτώ, μετά την πρώτη ώρα της νύχτας».
Σπανίως έπινε κρασί και αυτό μόνο όταν βρισκόταν στο στρατόπεδο ή το απαιτούσε η περίσταση, αλλά και τότε δεν ξεπερνούσε τα τρία ποτήρια, έχοντας ίσως υπόψη τον κωμωδιογράφο Εύβουλο (4ος αι. π.Χ.) που έγραφε:
Μόνο σε τρία ποτήρια ανακατώνω κρασί με νερό,
για όσους είναι εχέφρονες∙ ένα για την υγεία,
που το πίνουν πρώτο∙ το δεύτερο ποτήρι είναι
γι’ αγάπη κι ευχαρίστηση, το τρίτο για τον ύπνο∙
όταν το πιουν οι συνετοί καλεσμένοι,
τραβούν για τα σπίτια τους∙ το τέταρτο δεν είναι πια
δικό μας ποτήρι αλλά της αλαζονείας∙ το πέμπτο
της φασαρίας, το έκτο των καυγάδων, το έβδομο των πληγών,
το όγδοο είναι για δίκη, το ένατο της οργής,
το δέκατο της τρέλας, που μας κάνει να χτυπάμε.
v

Προτροπές για τη Φιλοσοφία

Πολλές φορές κάποια σωματική έλλειψη ή αδυναμία κάνει τον άνθρωπο πιο στοχαστικό, στρέφοντάς τον στη λιτή ζωή, τη μελέτη και τη φιλοσοφία. Μετά το μεσημεριανό γεύμα του, ο Αύγουστος ξάπλωνε για λίγο, έτσι όπως ήταν, με τα ρούχα και τα παπούτσια, έχοντας τα πόδια του ακάλυπτα και βάζοντας το χέρι πάνω στα μάτια του. Μετά το δείπνο, πήγαινε στο δωμάτιο της μελέτης του, όπου παρέμενε έως αργά τη νύχτα, ώσπου να τελειώσει είτε στο σύνολό του είτε κατά το μεγαλύτερο μέρος ότι του είχε μείνει ατέλειωτο από τις κρατικές υποθέσεις της ημέρας. Από εκεί πήγαινε στο κρεβάτι του, όπου κοιμόταν το πολύ επτά ώρες, κι αυτές πάλι όχι συνεχόμενες, γιατί μέσα σε αυτό το διάστημα σηκωνόταν τρεις ή τέσσερις φορές. Αν του ήταν αδύνατο να ξαναβρεί τον ύπνο του αφού τον είχε διακόψει, πράγμα που συνέβαινε συχνά, έστελνε να καλέσουν αναγνώστες και παραμυθάδες, και όταν πια τον έπαιρνε ο ύπνος, τότε συχνά εξακολουθούσε να κοιμάται και μετά τα ξημερώματα. Άλλωστε απεχθανόταν το πρωινό ξύπνημα.
v

039025GNF53361

Η κατοικία του Αυγούστου (ή της Λιβίας) στην κορυφή του Παλατίνου Λόφου.
v

Αν ήταν ανάγκη να ξυπνήσει νωρίς, μια και το απαιτούσαν τα διοικητικά, θρησκευτικά ή δικαστικά του καθήκοντα, τότε, για να μην χαλάσει την άνεσή του, περνούσε τη νύχτα στο σπίτι κάποιου φίλου του που βρισκόταν κοντά στον τόπο όπου θα έπρεπε να βρίσκεται την επόμενη μέρα. Κι όπως συχνά του έλειπε ύπνος, συνήθιζε να αποκοιμιέται όταν τον μετέφεραν μέσα από τους δρόμους της Ρώμης ή τύχαινε να αφήσουν κάτω το φορείο του εξαιτίας κάποιας καθυστέρησης.
Στην απονομή του δικαίου ήταν όχι μόνο ιδιαίτερα προσεκτικός αλλά και επιεικής, όπως, για παράδειγμα, σε μια φανερή υπόθεση πατροκτονίας, όταν, για να σώσει τον ένοχο από το να τον ράψουν μέσα στο σακί (μαζί με ένα φίδι) –μια ποινή που επιβαλλόταν μόνο σ’ εκείνους που ομολογούσαν την ενοχή τους– διατύπωσε με αυτό τον τρόπο την ερώτησή του: «Δεν έχεις ασφαλώς σκοτώσει τον πατέρα σου, έτσι δεν είναι;» Και όταν τύχαινε να είναι ο ίδιος μάρτυρας σε κάποια δίκη, ανεχόταν με απόλυτη ηρεμία να τον ρωτούν οι δικαστές και να ελέγχουν όσα κατέθετε.
Το δωμάτιο της μελέτης βρισκόταν στο πιο ψηλό μέρος του σπιτιού του στον Παλατίνο λόφο, σε ένα τμήμα απομονωμένο από τα άλλα. Εκεί πήγαινε όποτε σκόπευε να διαλογιστεί ή να πάρει κάποιαν απόφαση χωρίς την παρέμβαση τρίτων. Ονόμαζε το μέρος αυτό τεχνόφυον, αρχαία ελληνική λέξη που σημαίνει εμπνευστήριο. Στο μέρος αυτό συνέγραψε και μια μελέτη με τίτλο Προτροπές για τη Φιλοσοφία.
Κοιμόταν σ’ ένα κρεβάτι χαμηλό και στρωμένο απλά που το χρησιμοποιούσε για σαράντα ολόκληρα χρόνια. (Η γυναίκα του η Λιβία είχε δικό της σπίτι στον Παλατίνο λόφο, μια απλή μονοκατοικία, που σώζεται μέχρι σήμερα). Ο Σουητώνιος παρατηρεί: «Η απλότητα της οικοσκευής και των επίπλων του είναι φανερή ακόμη και στις μέρες μας από όσα κρεβάτια του έχουν διατηρηθεί κι από τα τραπέζια του, τα περισσότερα από τα οποία δύσκολα θα τα έβρισκε κανείς ικανοποιητικά, ακόμα και για την καλαισθησία που απαιτεί το σπίτι ενός ιδιώτη».
Το 31 π.Χ., μετά τη νίκη του στο Άκτιο (Πρέβεζα) επί του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας, ήρθε στην Αθήνα όπου μυήθηκε στα Ελευσίνια Μυστήρια. Λίγο πριν πεθάνει, κάλεσε τους φίλους του και τους ρώτησε αν πίστευαν ότι είχε παίξει όπως έπρεπε την κωμωδία της ζωής. Στο σημείο αυτό πρόσθεσε στην ελληνική γλώσσα και τους στίχους που έκτοτε έμειναν παροιμιώδεις:
Χειροκροτήστε με, λοιπόν, μια κι έχω παίξει ωραία,
κι όλοι μαζί χαρούμενοι πέστε μου κατευόδιο.
Πέθανε στις 19 Αυγούστου του 14 μ.Χ. λίγο πριν τα εβδομηκοστά έκτα γενέθλιά του (γεννήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου του 63 π.Χ.), έχοντας κάνει πράξη το όραμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου που ήταν η ένωση της Δύσης με την Ανατολή. Προς τιμήν του ο μήνας εκείνος ονομάστηκε Αύγουστος, όπως ο πριν από αυτόν μήνας ονομάζεται Ιούλιος από τον Ιούλιο Καίσαρα.

 

© 2016 Youmagazine.gr

 


Κράτα το

Κράτα το

Κράτα το

Κράτα το

Translate this post