Πού οφείλεται το αινιγματικό χαμόγελο της Μόνα Λίζα
ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
Posted by Youmagazine Staff
Πίσω από το αινιγματικό χαμόγελο της Μόνα Λίζα, του πιο διάσημου έργου του Λεονάρντο ντα Βίντσι, κρύβεται μια σκανδαλώδης ιστορία ντροπής.
Σύμφωνα με το Oxford University Press, ο σύζυγος της Μόνα Λίζα ήταν εξέχων επιχειρηματίας της Φλωρεντίας, ο οποίος πλούτισε από την εμπορία γυναικών. (Μουσείο Λούβρου, Παρίσι)
ΤΟ ΠΙΟ διάσημο έργο ζωγραφικής στον κόσμο, η Μόνα Λίζα (γνωστή και ως Τζιοκόντα, ή πορτρέτο της Λίζα Γκεραρντίνι, συζύγου του Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο), είναι η προσωπογραφία που φιλοτέχνησε την χρονική περίοδο 1503-1519 ο Λεονάρντο ντα Βίντσι στη Φλωρεντία.
Γιατί όμως ένας μεγαλοφυής καλλιτέχνης έκανε τόσο χρόνο να τελειώσει ένα πορτρέτο διαστάσεων 77×53 εκατοστών;
Σύμφωνα με τον σύγχρονο του Λεονάρντο, Τζόρτζιο Βαζάρι, «…αφού ασχολήθηκε επί τέσσερα χρόνια με το έργο, το άφησε ημιτελές…»
Στον πίνακα απεικονίζεται μια καθιστή γυναίκα, η Λίζα ντελ Τζιοκόντο, η έκφραση του προσώπου της οποίας χαρακτηρίζεται συχνά ως αινιγματική, χωρίς να έχει βρεθεί η πραγματική αιτία.
Τώρα δύο συγγραφείς, ο Μάρτιν Κεμπ (Martin Kemp) και ο Τζουζέπε Παλάντι (Giuseppe Pallanti) αποκαλύπτουν τη μυστική ζωή της Λίζα Γκεραρντίνι –της πραγματικής Μόνα Λίζα– η οποία σε ηλικία 15 ετών παντρεύτηκε τον πλούσιο επιχειρηματία Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο, που εμπλεκόταν στο εμπόριο γυναικών, τις οποίες πωλούσε ως σκλάβες.
Παρά το νεαρό της ηλικίας της, όταν το έμαθε η Λίζα Γκεραρντίνι, έχασε για πάντα το χαμόγελό της, ένα χαρούμενο χαμόγελο που είναι σύνηθες στα κορίτσια αυτής της ηλικίας.
Και όταν ο σύζυγός της ανέθεσε στον Λεονάρντο ντα Βίντσι να της κάνει το πορτρέτο, εκείνη ήταν ανίκανη να χαμογελάσει ή να μην είναι σκυθρωπή. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί το πορτρέτο πήρε τόσα χρόνια να ολοκληρωθεί. Από την άλλη πλευρά, ο Ντα Βίντσι ποτέ δεν θεωρούσε ένα έργο τελειωμένο αν δεν του έβαζε «ψυχή», αν δεν το έκανε να φαίνεται ζωντανό. Αυτήν ακριβώς την ζωντάνια, που κάνει την πέτρα να φαίνεται ότι αναπνέει, έχουν και τα γλυπτά του Μιχαήλ Άγγελου.
Ας πάρουμε όμως την ιστορία από την αρχή.
ν
Η Λίζα Γκεραρντίνι ήταν ανίκανη να σχηματίσει ένα χαρούμενο χαμόγελο ποζάροντας στον Λεονάρντο ντα Βίντσι. Photo: Chris Radburn / PA Wire. Πηγή: Supplied
ν
Η Γκεραρντίνι γεννήθηκε στη Φλωρεντία τον Ιούνιο του 1479. Την εποχή εκείνη, τα κορίτσια συχνά παντρεύτηκαν από νέους έως ηλικιωμένους άνδρες και ο Ντελ Τζιοκόντο ήταν ένας 30χρονος πλούσιος έμπορος που είχε χηρέψει δύο φορές, όταν το 1495 παντρεύτηκε την έφηβη Γκεραρντίνι.
Την εποχή εκείνη αποτελούσε παράδοση τα πλούσια σπίτια να έχουν στη δούλεψή τους μικρά κορίτσια τα οποία χρησιμοποιούσαν ως υπηρέτριες. Αυτό έκανε και ο Ντελ Τζιοκόντο και η οικογένειά του πριν από αυτόν.
«Από την παιδική του ηλικία, ο Ντελ Τζιοκόντο ζούσε ανάμεσα σε μικρές σκλάβες από διάφορα μέρη, που είχαν προσηλυτιστεί στον χριστιανισμό, τις οποίες είχε αγοράσει ο πατέρας του. Όταν μεγάλωσε, η ευθύνη να βρει καινούριες σκλάβες για την οικογενειακή επιχείρηση βάραινε αυτόν και μερικές φορές αγόραζε περισσότερες σκλάβες απ’ όσες χρειάζονταν», αναφέρουν στο βιβλίο τους οι δύο συγγραφείς.
Αυτές τις παραπανίσιες σκλάβες ο Ντελ Τζιοκόντο τις προωθούσε στην πορνεία, και από το εμπόριο σαρκός σχημάτισε τεράστια περιουσία.
Οι συγγραφείς παραθέτουν μάλιστα έναν κατάλογο νεαρών κοριτσιών που είχε βαφτίσει ο Τζιοκόντο, σημειώνοντας ότι πάρα πολλά από αυτά τα κορίτσια είχαν δουλέψει στο σπίτι του.
Σε ένα σημείο του καταλόγου αναφέρεται: «Βαπτίστηκαν τρία κορίτσια από τη Μαυριτανία». Σύντομα τα κορίτσια αυτά θεωρήθηκαν «υπεράριθμα» και προωθήθηκαν για τις άλλου είδους δραστηριότητες του κ. Τζιοκόντο.
Αυτή την ατμόσφαιρα συνάντησε η 15χρονη Λίζα Γκεραρντίνι, όταν πήγε να ζήσει στο σπίτι του συζύγου της. Παρά τα ελευθέρια ήθη της εποχής, για μια γυναίκα της ανώτερης τάξης αυτό ήταν σκάνδαλο και μια αιώνια ντροπή που έπρεπε στο εξής να πνίγει μέσα της και να κρύβει.
ν
Ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι (1452-1519) ξόδεψε αρκετό χρόνο τελειοποιώντας το πορτρέτο της Μόνα Λίζα χωρίς να είναι η ίδια παρούσα. Image: Supplied
ν
Δεν είναι σαφές πώς ο Ντα Βίντσι ήρθε σε επαφή με την Γκεραρντίνι, αλλά είναι γνωστό ότι ο πατέρας του καλλιτέχνη ήταν δικηγόρος και ότι ο σύζυγος της Λίζας ήταν ένας από τους πελάτες του. Το 1503, ο ζωγράφος ξεκίνησε το πορτρέτο της γυναίκας που θα γινόταν το πιο διάσημο έργο του. Τα επόμενα χρόνια θα δούλευε το πορτρέτο, χωρίς την παρουσία του μοντέλου του.
ν
Οικογενειακά σκάνδαλα
Η Γκεραρντίνι έμεινε έγκυος για πρώτη φορά αμέσως μετά το γάμο της. Τελικά γέννησε έξι παιδιά, τρεις γιους και τρεις κόρες, μεταξύ των ετών 1495-1505. Το δεύτερο παιδί της, μια κόρη που ονομάστηκε Πιέρα, πέθανε σε ηλικία 2 ετών, ενώ ένα άλλο πέθανε σε βρεφική ηλικία.
Ήταν συνήθεια της εποχής οι μη προνομιούχες οικογένειες να στέλνουν τις κόρες τους σε μοναστήρια για να γίνουν καλόγριες, καθώς δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν τεράστιες προίκες. Προφανώς από τσιγκουνιά, ο πλούσιος Τζιοκόντο έστειλε τις δύο επιζήσασες κόρες του σε μοναστήρι, παρ’ όλο που είχε τη δυνατότητα να πληρώσει τους μελλοντικούς συζύγους τους.
Η Καμίλλα, το τρίτο παιδί του ζευγαριού, χρίστηκε μοναχή σε ηλικία 12 ετών, από την αδελφή της Βεατρίκη, στο ίδιο μοναστήρι όπου υπηρετούσαν οι δύο αδελφές της Λίζα, η αδελφή Καμίλλα και η αδελφή Αλεσσάντρα.
Ωστόσο, η Καμίλλα θα γίνει πρωταγωνίστρια ενός σκανδάλου που αναστάτωσε τους ευσεβείς πιστούς της εποχής. Με την αδελφή της –ή με κάποια άλλη νεαρή μοναχή– η Καμίλλα δεχόταν τα βράδια κρυφά άνδρες στο κελί της, με σκοπό να ελέγξει την αντοχή της ηθικής τους. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να μείνει κρυφό και η ηγουμένη έβαλε να τις παρακολουθήσουν. Η μαρτυρία που διαβάστηκε στο δικαστήριο αναφέρει:
«Στις 20 Απριλίου 1512, τέσσερις άνδρες που μετέφεραν μια σκάλα, πήγαν στο μοναστήρι του Σαν Ντομένικο και αφού ανέβηκαν στο τοίχο, έφτασαν κοντά σε κάποια μικρά παράθυρα, όπου τους περίμεναν δύο μοναχές… Δύο από τους άνδρες άρχισαν να αγγίζουν τα στήθη των εν λόγω καλογραιών και να θωπεύουν και άλλα σημεία του κορμιού τους, για να μην αναφέρω άλλες αισχρότητες…»
Σχηματίστηκε δικογραφία εναντίον της Καμίλλα και μιας άλλης μοναχής και εναντίον δύο από τους τέσσερις άνδρες. Οι άλλοι δύο, σύμφωνα με την εύγλωττη κατάθεση του αυτόπτη μάρτυρα, απλώς «παρακολουθούσαν με προσοχή, με τα μάτια τους να γεμίζουν από παρόμοιο πόθο…»
Τελικά το δικαστήριο βρήκε ένοχους τους δύο άνδρες, ενώ οι δύο καλόγριες αθωώθηκαν.
Όμως και η Λίζα Γκεραρντίνι είχε παρόμοια προβλήματα. Στο δικό της σκάνδαλο εμπλέκονται δύο άνδρες από την ισχυρή οικογένεια των Μεδίκων –της οποίας ο Ντελ Τζιοκόντο ήταν υποστηρικτής– οι οποίοι πλησίασαν την Λίζα με ανήθικες προτάσεις, τις οποίες εκείνη απέρριψε «υπερασπιζόμενη την τιμή της».
ν
Αριστερά, η πραγματική Λίζα Γκεραρντίνι (15 Ιουνίου 1479 – 15 Ιουλίου 1542) και δεξιά ο σύζυγός της Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο (1465 – 1538). Image: Supplied
ν
Ενόσω οι δύο Μέδικοι έκαναν παιχνίδι με την Γκεραρντίνι, ο σύζυγός της ανησυχούσε για τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να είχε αυτή η απόρριψη πάνω του. Διαμήνυσε στους Μέδικους ότι παραμένει υποστηρικτής τους, κι εκείνοι τον διαβεβαίωσαν ότι δεν είχε αλλάξει τίποτα στις σχέσεις τους. Σίγουρα όμως γελούσαν πίσω από την πλάτη του.
Τα σκάνδαλα αυτά –η εμπορία νεαρών κοριτσιών από τον σύζυγο, οι ερωτοτροπίες της μοναχής Καμίλλα και οι ανήθικες προτάσεις προς την Λίζα Γκεραρντίνι– έριχναν βαριά την σκιά τους στην οικογένεια των Ντελ Τζιοκόντο. Επομένως δεν επρόκειτο για ένα αινιγματικό χαμόγελο, αλλά για ένα παγωμένο χαμόγελο στα χείλη της Γκεραρντίνι, το οποίο τα επόμενα χρόνια ο Ντα Βίντσι θα προσπαθούσε να τελειοποιήσει.
Στα εξήντα της χρόνια η Γκεραρντίνι αρρώστησε και πέρασε τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής της σε μοναστήρι. Πέθανε μόνη στις 15 Ιουλίου 1542. Το λησμονημένο αριστούργημα θα την έκανε διάσημη ύστερα από πολλούς αιώνες.
Αυτά αναφέρουν εν περιλήψει στο βιβλίο τους “Mona Lisa: The People and The Painting” (Oxford University Press), που κυκλοφόρησε στις 25 Μαΐου 2017, οι συγγραφείς Μάρτιν Κεμπ και Τζουζέπε Παλάντι.
Ο Ντα Βίντσι πέθανε το 1519, και το πορτρέτο πέρασε στη συλλογή του βασιλιά Φραγκίσκου Α΄ της Γαλλίας και αναρτήθηκε στο Λούβρο. Ο Ναπολέοντας το αγάπησε τόσο πολύ που το αφαίρεσε το 1800 από το μουσείο για να το κρεμάσει στην κρεβατοκάμαρά του. Το επέστρεψε το 1804.
Τους επόμενους δύο αιώνες ο πίνακας θα γνωρίσει πολλές περιπέτειες και ταλαιπωρίες, συμπεριλαμβανομένης και της κλοπής του. Σήμερα, κρεμασμένος σε μια αίθουσα του Λούβρου πίσω από αλεξίσφαιρο γυαλί, προσελκύει εκατομμύρια επισκέπτες το χρόνο. «Το 80% των επισκεπτών έρχεται για να δει τη Μόνα Λίζα», δήλωσε ο πρώην διευθυντής του Λούβρου, Ανρί Λουαρέτ, στους New York Times. Είναι αμφίβολο όμως αν θυμάται κανείς την πραγματική Λίζα Γκεραρντίνι πίσω από την σχεδόν θεϊκή μορφή που έπλασε ο Ντα Βίντσι, αποσπώντας την από τις ταπεινότητες της ύλης και μεταφέροντάς την σε έναν ασώματο και θεουργικό τόπο λατρείας.