Επιθανάτιες εμπειρίες: ένα μήνυμα από την άλλη πλευρά
ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ 1|2
Από τον Ανδρέα Τσάκαλη
Μέρος α΄
Επιθανάτιες εμπειρίες είναι το όνομα που δίνουμε σε μια γκάμα εμπειριών που αναφέρονται από άτομα, τα οποία επιβίωσαν από θανατηφόρο ατύχημα, ή κλινικό θάνατο.
ΕΠΙΘΑΝΑΤΙΕΣ εμπειρίες αναφέρονται σε όλη την ιστορία, σε όλες τις μυστικιστικές και σαμανιστικές παραδόσεις και από διάφορους συγγραφείς και φιλοσόφους, όπως ο Πλάτωνας, ο πάπας Γρηγόριος Α΄ ο Μέγας (540-604), μερικοί από τους μεγάλους Σούφι δασκάλους, ο Τολστόι και ο Γιουνγκ. Εδώ θα αναφέρουμε περιπτώσεις ανθρώπων, οι οποίοι, όταν «επέστρεψαν», αφηγήθηκαν επί μακρόν τις εμπειρίες τους από το άλλο πεδίο ύπαρξης.
Εντυπωσιακή είναι η αναφορά του μοναχού Μπεντ (Bede), του μεγάλου Άγγλου ιστορικού του όγδοου αιώνα. Το απόσπασμα που θα παραθέσουμε προέρχεται από το έργο A History of the English Church and People, που έγραψε ο ίδιος ο Μπεντ, μεταφρασμένο από τον Leo Sherley-Price (Χάρμοντσγουορθ, Αγγλία, Penguin Books, 1968):
«Περίπου αυτή την εποχή ένα αξιοσημείωτο θαύμα, σαν εκείνα των παλαιών ημερών, συνέβη στην Βρετανία. Προκειμένου να ξυπνήσει τους ζωντανούς από τον πνευματικό τους θάνατο, ένας άνδρας που ήταν νεκρός επέστρεψε στη σωματική ζωή και ανέφερε πολλά αξιοσημείωτα πράγματα που είχε δει, μερικά από τα οποία θεωρώ άξια να αναφέρω εδώ εν συντομία.
»Υπήρχε ένας οικοδεσπότης που κατοικούσε στην περιοχή των Νορθουμβρίων, γνωστός σαν Κάνινγχαμ, ο οποίος ζούσε μια ευσεβή ζωή με όλη την οικογένειά του. Αυτός αρρώστησε και χειροτέρευε συνεχώς, μέχρις ότου ήλθε η κρίση και τις πρώτες ώρες μιας νύχτας πέθανε. Αλλά την αυγή επέστρεψε στη ζωή και ξαφνικά σηκώθηκε, προς μεγάλη κατάπληξη εκείνων που θρηνούσαν γύρω από το σώμα του και οι οποίοι το έβαλαν στα πόδια και έφυγαν γρήγορα∙ μόνο η γυναίκα του, που τον αγαπούσε πολύ, έμεινε κοντά του, αν και έτρεμε από το φόβο. Ο άνδρας την καθησύχασε και της είπε: “Μην φοβάσαι∙ γιατί αληθινά ξέφυγα από τη λαβή του θανάτου και μου επέτρεψαν να ζήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ξανά. Όμως από ’δω και πέρα δεν θα πρέπει να ζω όπως πριν, αλλά οφείλω να υιοθετήσω έναν διαφορετικό τρόπο ζωής…” Λίγο αργότερα εγκατέλειψε όλες τις κοσμικές ευθύνες και εισήλθε στο μοναστήρι του Μελρόουζ…»
Και ο Μπεντ συνεχίζει:
«Να τι συνήθιζε να λέει για την εμπειρία του: “Ένας όμορφος άνδρας με ακτινοβόλο ένδυμα ήταν ο οδηγός μου. Βαδίσαμε σιωπηλοί προς μια κατεύθυνση που φαινόταν να είναι βορειοανατολική. Καθώς ταξιδεύαμε, φθάσαμε σε μια πολύ πλατιά και βαθιά κοιλάδα που έμοιαζε απέραντη… Σύντομα με έβγαλε από το σκοτάδι σε μια ατμόσφαιρα καθαρού φωτός. Καθώς με οδηγούσε προς το φως, είδα μπροστά μας έναν φοβερό τοίχο που έμοιαζε να έχει άπειρο μήκος και ύψος προς όλες τις κατευθύνσεις. Καθώς δεν μπορούσα να δω καμιά πύλη, παράθυρο ή είσοδο, άρχισα να αναρωτιέμαι γιατί πήγαμε σ’ αυτόν τον τοίχο. Αλλά όταν πλησιάσαμε, εντελώς ξαφνικά –δεν ξέρω πώς– βρεθήκαμε στην κορυφή του. Από την άλλη μεριά βρισκόταν ένα πολύ μεγάλο και όμορφο λιβάδι… Τέτοιο ήταν το φως που γέμιζε αυτόν τον τόπο, ώστε έμοιαζε ανώτερο από τη λάμψη της ημέρας, ή τις ακτίνες του ηλίου το μεσημέρι…”
(Ο οδηγός είπε) “Τώρα πρέπει να γυρίσεις στο σώμα σου και να ζήσεις ξανά ανάμεσα στους ανθρώπους∙ αλλά αν ζυγιάζεις τις πράξεις σου με μεγάλη προσοχή και φροντίζεις να κρατάς τα λόγια και τις πράξεις σου ενάρετα και απλά, τότε όταν πεθάνεις, θα κερδίσεις κι εσύ μια κατοικία ανάμεσα σ’ αυτά τα ευτυχισμένα πνεύματα που βλέπεις. Γιατί όταν σε άφησα για λίγο, το έκανα για να ανακαλύψω ποιο θα είναι το μέλλον σου”. Όταν μου είπε αυτά, ήμουν απρόθυμος να επιστρέψω στο σώμα μου∙ γιατί με είχε μαγέψει το ευχάριστο και όμορφο μέρος που έβλεπα και η συντροφιά που είδα εκεί. Αλλά δεν τολμούσα να αμφισβητήσω τον οδηγό μου και στο μεταξύ, χωρίς να καταλάβω πώς, ξαφνικά βρέθηκα για άλλη μια φορά ζωντανός ανάμεσα στους ανθρώπους”.
Ο Μπεντ τελειώνει την αναφορά του με αυτά τα λόγια:
«Αυτός ο άνθρωπος του Θεού δεν συζητούσε αυτά ή άλλα πράγματα που είχε δει με τους αμαθείς ή εκείνους που ζούσαν ανέμελη ζωή, αλλά μόνο με κείνους που ήταν πρόθυμοι να πάρουν τα λόγια του στα σοβαρά και να προχωρήσουν στην αγιότητα…»
ν
v
Παίρνοντας τη ζωή στα σοβαρά
Όπως γράφει ο Malcolm Dodwin στο βιβλίο του The Lucid Dreamer, κάποιος που πεθαίνει, ή έχει μια επιθανάτια εμπειρία, θα δει τη φωτεινότητα με έναν διαφορετικό τρόπο. Για παράδειγμα, υπάρχει μια αξιοσημείωτη ομοιότητα στις αναφορές των επιθανάτιων εμπειριών, που μπορούν να συνοψιστούν στην ακόλουθη διήγηση.
Πρώτα ο νεκρός φαίνεται να επιπλέει πάνω από το σώμα του, για να παρασυρθεί έπειτα σε ένα τούνελ που οδηγεί σε μια λαμπρή φωτεινότητα. Σε αυτό τον κόσμο, τον γεμάτο φως, υπάρχει ένα έντονο αίσθημα γαλήνης και έκστασης και ο νεκρός συναντάει όντα φωτός που εκπέμπουν ένα αίσθημα μεγάλης ευσπλαχνίας και ζεστασιάς. Συχνά ολόκληρο το επεισόδιο συνοδεύεται από όμορφη μουσική και εικόνες των πιο εκπληκτικών τοπίων, βουνών και λιβαδιών – ένας αληθινός παράδεισος.
Όμως μόνο εκείνοι που καταλαβαίνουν πόσο εύθραυστη είναι η ζωή, γνωρίζουν πόσο πολύτιμη είναι. Αυτό τουλάχιστον το μήνυμα έστειλε μια ετοιμοθάνατη γυναίκα, η οποία είχε τρομοκρατηθεί, γιατί δεν πίστευε ότι ο θάνατος μπορεί να έρθει οποιαδήποτε στιγμή. Έτσι είχε ένα μήνυμα να αφήσει στους ζωντανούς: «Πάρτε τη ζωή και το θάνατο, στα σοβαρά».
Το να παίρνουμε τη ζωή στα σοβαρά, δεν σημαίνει να περνάμε όλη τη ζωή μας διαλογιζόμενοι σαν να είμαστε στα βουνά των Ιμαλαΐων. Στο σύγχρονο κόσμο οφείλουμε να εργαζόμαστε για να κερδίζουμε τα προς το ζην, αλλά δεν θα πρέπει να προσκολλιόμαστε σε μια ζωή που καθορίζεται απόλυτα από το ωράριο και να ζούμε αγνοώντας το βαθύτερο νόημά της.
Καθήκον μας είναι να πετύχουμε μια ισορροπία, να βρούμε μια μέση οδό, να μάθουμε να μην υπερφορτώνουμε τον εαυτό μας με εξωτερικές δραστηριότητες και έγνοιες, αλλά να απλοποιούμε όσο πιο πολύ γίνεται τη ζωή μας.
Το κλειδί για να βρει κανείς την ευτυχή ισορροπία στη σύγχρονη ζωή, είναι η απλότητα.
Στο Βουδισμό αυτό είναι πράγματι το νόημα της πειθαρχίας. Στα θιβετανικά ο όρος για την πειθαρχία είναι τσουλ τριμ. “Τσουλ” σημαίνει «κατάλληλος ή ορθός» και “τριμ” σημαίνει «κανόνας» ή «τρόπος». Έτσι, πειθαρχία είναι να κάνουμε ό,τι είναι κατάλληλο ή ορθό∙ δηλαδή σε μια υπερβολικά περίπλοκη εποχή, το να απλοποιούμε τη ζωή μας.
Από αυτό θα έλθει και η γαλήνη του νου. Έτσι θα έχουμε περισσότερο χρόνο για την επιδίωξη πνευματικών πραγμάτων και τη γνώση που μόνο η πνευματική αλήθεια μπορεί να φέρει, πράγμα που θα μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε το θάνατο.
Δυστυχώς αυτό είναι κάτι που λίγοι από μας καταφέρνουν. Ίσως θα έπρεπε να υποβάλλουμε στον εαυτό μας το ερώτημα: «Τι οφείλω πραγματικά να πετύχω στη ζωή μου;» Με άλλα λόγια, πόσα έχουμε κατανοήσει σχετικά με τη ζωή και το θάνατο;
1 2