Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ στο Διμήνι ήταν και παραμένουν οι δύο επιβλητικοί μυκηναϊκοί θολωτοί τάφοι, το «Λαμιόσπιτο» και η «Τούμπα» που αποδίδονται χωρίς καμία αμφιβολία στους βασιλείς του οικισμού και από τους αρχαιολόγους εκτιμώνται ως εφάμιλλοι εκείνων των Μυκηνών.
Μια από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις, που προκάλεσαν τον θαυμασμό όλης της Ευρώπης, και αποτελούν έως σήμερα τους αρχαιότερους ανακαλυφθέντες οικισμούς της νεολιθικής περιόδου στη Γηραιά Ήπειρο, βρίσκονται μια ανάσα από το κέντρο του Βόλου και περιμένουν περισσότερη ανάδειξη, αξιοποίηση και προβολή.
Πρόκειται για τους οικισμούς του Διμηνίου και του Σέσκλου, όχι άγνωστους, αλλά χωρίς ίσως την προσοχή που θα έπρεπε να τους έχει επιδοθεί. ν
Αναπαράσταση του προϊστορικού οικισμού στο Διμήνι Μαγνησίας. Πηγή: Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού / ΙΓ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ν
Ο προϊστορικός οικισμός του Σέσκλου στο λόφο «Καστράκι» κοντά στον Βόλο. Image: Supplied ν
Από τους δύο οικισμούς αρχαιότερος είναι αυτός του Σέσκλου. Η κατοίκηση του οικισμού αρχίζει το 6.800 π.Χ. και συνεχίζεται έως το 4.800 π.Χ. σχεδόν αδιάκοπα, όποτε –για άγνωστους λόγους– καταστρέφεται, ερημώνεται και οι κάτοικοι μετακινούνται προς την θάλασσα, στο σημερινό Διμήνι.
Η μεγαλύτερη ανακάλυψη στο Διμήνι, όπως ειπώθηκε, ήταν και παραμένουν οι δύο επιβλητικοί μυκηναϊκοί θολωτοί τάφοι, το «Λαμιόσπιτο» και η «Τούμπα» που αποδίδονται χωρίς καμία αμφιβολία στους βασιλείς του οικισμού και από τους αρχαιολόγους εκτιμώνται ως εφάμιλλοι εκείνων των Μυκηνών. ν
Από τον αρχαιολογικό χώρο του Διμηνίου. Πηγή: Wikimedia Commons ν
Οι μεγαλοπρεπείς θολωτοί τάφοι στο Διμήνι είναι παραπλήσιοι με εκείνους των Μυκηνών και είναι θαμμένοι βαθιά στο έδαφος κοντά στην οχυρωμένη πόλη.
Γι’ αυτό και προκαλεί εντύπωση το ότι εντάσσονται στη νεολιθική περίοδο, όπως την αποκαλούν ιστορικοί και αρχαιολόγοι (10.000 π.Χ. – 2.200 π.Χ.)
Είναι η εποχή που οι πρωτόγονοι άνθρωποι, επειδή βαρέθηκαν να μένουν σε σπηλιές, όπου μην έχοντας τι άλλο να κάνουν, κοπανούσαν στο κεφάλι ο ένας τον άλλον με τα ρόπαλά τους, αποφάσισαν να βγουν έξω και –ω του θαύματος!– άρχισαν να χτίζουν αστρονομικά παρατηρητήρια, όπως στο Στόουνχεντζ, και μεγαλοπρεπείς θολωτούς τάφους, όπως στο Διμήνι και τις Μυκήνες, που απαιτούν προχωρημένες γνώσεις μηχανικής και αρχιτεκτονικής. Οι πρωτόγονοι!
Θαυμάζει κανείς την έλλειψη οξυδέρκειας στις τάξεις των ιστορικών και των αρχαιολόγων! ν
Ο τάφος του Ατρέα ή τάφος του Αγαμέμνονα. Θολωτός τάφος στον λόφο της Παναγίτσας στις Μυκήνες. Κατασκευάστηκε περίπου το 1250 π.Χ. Το πέτρινο υπέρθυρο πάνω από την πόρτα ζυγίζει 120 τόνους. Wikimedia Commons ν
Θολωτός τάφος στο Διμήνι (Λαμιόσπιτο). Η τελευταία χρήση του τάφου τοποθετείται στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, δηλαδή στον 13ο αι. π.Χ. ν
Ο μικρότερος και αρχαιότερος από τους δύο σημαντικούς μυκηναϊκούς θολωτούς τάφους που έχουν βρεθεί στο Διμήνι είναι ο λεγόμενος «Λαμιόσπιτο». Βρίσκεται 300 μέτρα δυτικά του λόφου με τα ερείπια του νεολιθικού οικισμού, κτισμένος σε επικλινή λοφοπλαγιά. Με βάση την αρχιτεκτονική του μορφή χρονολογείται στον 14ο αι. π.Χ.
Στα ευρήματα περιλαμβάνονται λίθινα και οστέινα εργαλεία, ειδώλια και κοσμήματα, καθώς επίσης και άφθονα κεραμικά αγγεία, γραπτά και εγχάρακτα που αποτελούν το αποκορύφωμα της νεολιθικής κεραμικής τέχνης.
Οι ανασκαφές ξεκίνησαν το 1886, μόλις λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση του Βόλου, με πρωτοβουλία του τότε νομάρχη Μαγνησίας Ι. Κονδάκη και του γυμνασιάρχη Ε. Κούση, και με τη συνεργασία των αρχαιολόγων Π. Καββαδία, P. Wolter και H. Lolling. ν
Ο μυκηναϊκός θολωτός τάφος «Τούμπα» του Διμηνίου. Πηγή: YouTube ν
Οι ουσιαστικές ανασκαφικές έρευνες στο Διμήνι άρχισαν από το 1977 και για 30 ολόκληρα χρόνια η σπουδαία αρχαιολόγος Βασιλική Αδρύμη – Σισμάνη με τα ευρήματά της έδειξε ότι το Διμήνι δεν εγκαταλείφθηκε στο τέλος της Νεότερης Νεολιθικής, αλλά κατοικήθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα συνεχώς και μέχρι το τέλος της Χαλκοκρατίας, ενώ στα μέσα του 15ου αι. π.Χ. χτίστηκαν οι πρώτες μυκηναϊκές οικίες οι οποίες διαδέχτηκαν παλαιότερα μεσοελλαδικά μέγαρα.
Οι οικίες χτίστηκαν δεξιά και αριστερά από ένα φαρδύ δρόμο και όλος ο οικισμός απλώνεται σε μία έκταση μεγαλύτερη από 100 στρέμματα. ν
Διμήνι, ο παλαιότερος νεολιθικός οικισμός της Ευρώπης. Πηγή: YouTube ν
Η Βασιλική Αδρύμη-Σισμάνη, που ανέσκαψε όλη την περιοχή από το 1977 μέχρι και το 2011, ήταν επικεφαλής των ανασκαφών και δημιούργησε, μαζί με τους συνεργάτες της, ένα ολοκληρωμένο και επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο κορυφαίας σημασίας και πολλές φορές ξεναγούσε η ίδια τους επισκέπτες και έδειχνε σε ελληνικά και ξένα τηλεοπτικά δίκτυα, τα συγκλονιστικά ευρήματα του Διμηνίου.
Σε πολλές περιπτώσεις αναφέρθηκε και η ταύτιση του αρχαιολογικού χώρου του Διμηνίου με εκείνον της Ιωλκού και ότι ίσως τα ανακαλυφθέντα παλάτια να ανήκουν στον Ιάσονα και τους άνακτες της περιόδου εκείνης. ν
Εγχάρακτο γεωμετρικό αγγείο με ζωγραφισμένη σπείρα από τον προϊστορικό οικισμό του Διμηνίου (5.300 – 4.800 π.Χ.). Πηγή: YouTube ν
Σήμερα με επικεφαλής τη διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας Αθηνά Μπάτσιου και την αναπληρώτρια Ελισάβετ Νικολάου, οι ανασκαφές στο Διμήνι συνεχίζονται και επεκτείνονται συνεχώς.
Όπως εξήγησε η κ. Νικολάου μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «στο κέντρο του οικισμού ερευνήθηκε ένα μεγάλο συγκρότημα που αποτελείται από δύο μεγάλα μέγαρα που πλαισιώνονται από άλλα μικρότερα κτίρια και συνδέονται με μία εσωτερική αυλή. Το Μέγαρο Α, όπως το αποκαλούμε, αποτελείται από δύο πτέρυγες δωματίων που συνδέονται μεταξύ τους με διάδρομο. Στη βόρεια πτέρυγα βρίσκονται οι κύριοι χώροι διαμονής, ενώ στη νότια πτέρυγα οι βοηθητικοί και εργαστηριακοί χώροι. Σε έναν από αυτούς αποκαλύφθηκε λίθινο σταθμίο με τρία εγχάρακτα σύμβολα Γραμμικής Β γραφής, ενώ στο διάδρομο βρέθηκαν λίθινες μήτρες και άλλα εργαλεία που σχετίζονται με τη μεταλλουργία. Οι τοίχοι του Μεγάρου Α σώζονται αρκετά καλά, σε ικανό ύψος και είναι επιχρισμένοι, όπως και τα δάπεδα, με λευκό ασβεστοκονίαμα. Προς τα βόρεια και προς τα νότια του κτιρίου αναπτύσσονται δύο ανεξάρτητες πτέρυγες αποθηκών. Το Μέγαρο Α καταστράφηκε και εγκαταλείφθηκε από τους ενοίκους του στο τέλος του 13ου – αρχές 12ου αιώνα π.Χ.».
«Το Μέγαρο Β περιλαμβάνει επίσης δύο πτέρυγες δωματίων που χωρίζονται από διάδρομο. Και αυτό καταστράφηκε ολοσχερώς από ισχυρή πυρκαγιά στο τέλος του 13ου αι.- αρχές 12ου αι. π.Χ. Οι τοίχοι του ήταν καλυμμένοι με επάλειψη πηλού που διατηρήθηκε άριστα σε ορισμένα σημεία λόγω της φωτιάς, ενώ το δάπεδό του ήταν κατασκευασμένο από παχύ στρώμα πηλού με ενίσχυση από ασβέστη και χαλίκια. Στις αποθήκες του αρχαίου συγκροτήματος βρέθηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής και απανθρακωμένα βοτανικά κατάλοιπα, ενώ στον πρόδομο αποκαλύφθηκε ένας πήλινος υπερυψωμένος βωμός». ν
Η είσοδος στη θόλο του «Λαμιόσπιτου» γινόταν μέσω του στομίου (ύψους 3 μ., μήκους 2,20 μ. και πλάτους 1,90 μ.), που καλύπτεται με τέσσερις μεγάλες πλάκες, που αποτελούν το υπέρθυρό του, πάνω από το οποίο υπήρχε το ανακουφιστικό τρίγωνο.
Η θόλος, με διάμετρο 8,20 μ. και ύψος 8,10 μ., έχει κατασκευασθεί κατά το εκφορικό σύστημα, πιθανώς με τη χρήση ξυλοτύπων, τα ίχνη των οποίων δεν είναι ορατά. Είναι χτισμένη με μικρές ακανόνιστες ασβεστολιθικές πέτρες χωρίς συνδετικό υλικό, οι οποίες στη βάση της είναι ιδιαίτερα ενισχυμένες. Το δάπεδο έχει διαμορφωθεί με ισοπέδωση του ασβεστολιθικού βράχου.
Το άνω τμήμα της θόλου έφραζε μεγάλη στρογγυλή πλάκα, «το κλειδί». Ο τάφος απέδωσε λίγα αλλά σπουδαία ευρήματα, κυρίως γυάλινα κοσμήματα, ελεφάντινα αντικείμενα και χάλκινα όπλα, τα οποία μεταφέρθηκαν και εκτίθενται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. ν
Ο θολωτός τάφος «Τούμπα» που ανασκάφηκε το 1892 από τον Β. Στάη, βρέθηκε συλημένος και δεν διατηρείται σε καλή κατάσταση, αφού η θόλος του έχει καταρρεύσει μέχρι το ύψος του υπερθύρου. Είναι καλύτερα κατασκευασμένος από το θολωτό τάφο «Λαμιόσπιτο», και χρονολογείται –σύμφωνα με την αρχιτεκτονική του μορφή– λίγο αργότερα από αυτόν.
Από τα ελάχιστα θραύσματα των αγγείων που βρέθηκαν στην ανασκαφή του δρόμου που οδηγεί στη θόλο, η τελευταία χρήση του τάφου μπορεί να χρονολογηθεί στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, δηλαδή στον 13ο αι. π.Χ. ν
Σταυροειδής νεολιθική σφραγίδα από το Σέσκλο Μαγνησίας. Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου. Image: Supplied ν
Ο τάφος αποτελείται από τη θόλο και από ένα μακρύ δρόμο, του οποίου οι παρειές συγκρατούνται από λιθόκτιστους αναλημματικούς τοίχους, οι οποίοι στη συμβολή τους με τη θόλο έχουν ύψος 4,00 μ. και σώζονται σε αρίστη κατάσταση.
Στο δυτικό άκρο του δρόμου σώζεται ο τοίχος της τελευταίας φραγής του τάφου. Η είσοδος στη θόλο του τάφου γινόταν μέσω ενός στομίου που καλύπτεται από τρεις μεγάλες λαξευμένες πέτρες υπερθύρου πάχους 0,45 μ. Η εσωτερική πλάκα του υπερθύρου είναι λαξευμένη ώστε να ακολουθεί τη μορφή της θόλου.
Η θόλος έχει κατασκευασθεί κατά το εκφορικό σύστημα και είναι χτισμένη με μικρές ασβεστολιθικές πέτρες χωρίς συνδετικό υλικό. Οι πέτρες στη βάση της θόλου είναι μεγάλοι λαξευμένοι κυβόλιθοι και είναι θεμελιωμένοι πάνω στον ασβεστολιθικό βράχο που έχει ισοπεδωθεί για να αποτελέσει το δάπεδο του θολωτού τάφου, όπου ανακαλύφθηκε κτιστή λάρνακα για την τοποθέτηση της νεκρικής κλίνης.
Αν και ο τάφος βρέθηκε συλημένος, ωστόσο μερικά ευρήματα, κυρίως μικρά χρυσά και γυάλινα κοσμήματα, διέφυγαν της προσοχής των αρχαιοκαπήλων και τα κτερίσματα αυτά εκτίθενται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα.
Σήμερα απαιτούνται γενναίες οικονομικές ενισχύσεις από την Πολιτεία, για την συνέχιση των ανασκαφών στον νεολιθικό οικισμό του Διμηνίου και προπάντων η συστηματική ανάδειξη, προβολή και προώθηση του εξαιρετικά σημαντικού αρχαιολογικού χώρου, όπως ζητά και ο Δήμος Βόλου, αφού μεταξύ άλλων αποτελεί σημείο αναφοράς και υψηλού ενδιαφέροντος για χιλιάδες τουρίστες που καταφθάνουν από τα κρουαζιερόπλοια στο λιμάνι του Βόλου. ν