Σύζυγοι συγγραφέων: Μαζί στον έρωτα, το έργο και τον θάνατο
ΠΟΡΤΡΕΤΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Από τον Γκεόργκι Μανάεφ
Δίπλα σε κάποιους μεγάλους άνδρες, στάθηκαν μερικές εξίσου μεγάλες γυναίκες. Ήταν η αγάπη προς τις μορφές των συζύγων τους που έκανε ευτυχισμένες την Σοφία Τολστάγια, την Άννα Ντοστογιέφσκαγια και την Βέρα Ναμπόκοβα, ακόμη και στις πιο δύσκολες ώρες.
Η Σοφία Αντρέγιεβνα Μπερς με τον Λέοντα Τολστόι. Πηγή: Ignatovich / RIA Novosti
ν
Σοφία Τολστάγια
Ο γάμος της Σοφίας Αντρέγιεβνα Μπερς με τον κόμη Λέοντα Τολστόι, που κράτησε 48 χρόνια και τον βοήθησε να γράψει τα αριστουργήματα “Πόλεμος και Ειρήνη” και “Άννα Καρένινα”, ξεκίνησε με την παραίτηση του Τολστόι από τις συνήθειες της νεότητάς του. Διακεκριμένος συγγραφέας, ήρωας της πολιορκίας της Σεβαστούπολης, ο Τολστόι υπήρξε επίσης πότης, χαρτοπαίκτης και γυναικάς. Εξομολογήθηκε τα πάντα στη Σοφία, υποσχόμενος ότι «δεν θα ‘χω καμία γυναίκα στο χωριό μας, πλην σπανίων περιπτώσεων, απροσδόκητων και αναπόφευκτων» – λαμπρή δικαιολογία!
Το κτήμα των Τολστόι στην Γιάσναγια Πολιάνα εξέπληξε την Σοφία με την ένδειά του. Απ’ το κρεβάτι του κόμη έλειπαν οι κουβέρτες και τα σερβίτσια ήταν παλιά και ραγισμένα. Η Σόφια ανέλαβε τα καθήκοντα της οικονομικής διαχείρισης ενός αγροκτήματος, μαζί με τις καθημερινές αγγαρείες μιας συζύγου και μητέρας. Αυτό όμως που θα την έκανε ευτυχισμένη σ’ αυτές τις συνθήκες, ήταν ο ρόλος της στο έργο του αγαπημένου της.
Πολύ περισσότερο από μια σύζυγο και νοικοκυρά, η Σοφία έγινε γραμματέας και ατζέντης του Τολστόι. Αντέγραψε το πλήρες κείμενο του “Πόλεμος και Ειρήνη” επτά φορές και προώθησε τα έργα του συζύγου της (προσέγγισε μάλιστα την χήρα του Ντοστογιέφσκι για συμβουλή). «Ποτέ δεν είχα επίγνωση της διανοητικής μου ικανότητας, ούτε καν του σθένους, τόσο απελευθερωτικών και τόσο παραγωγικών στοιχείων», έγραψε ο Τολστόι για τα ευτυχισμένα χρόνια του γάμου.
Οι δύσκολοι καιροί ήρθαν όταν ο Τολστόι καλλιέργησε την δική του φιλοσοφική αντίληψη, κατά το πέρας του βίου του. Ο Τολστόι συνέχιζε να απευθύνει στη γυναίκα του μακροσκελείς ερωτικές επιστολές, όμως είχε ήδη αρχίσει να μεταστρέφεται σε αρνητή του θεσμού της οικογένειας και της ιδιοκτησίας. «Δεν μπορώ να προσδιορίσω το πότε αποστασιοποιηθήκαμε, αλλά δεν είχα την δύναμη να ακολουθήσω την διδασκαλία του», έγραψε η Σοφία.
Τελικά, σε μια “προέλαση” της κατάθλιψής του, ο Τολστόι περιπλανήθηκε μακριά απ’ το κτήμα του. Η Σοφία πρόλαβε τον Λέοντα σ’ έναν μικρό σιδηροδρομικό σταθμό, να είναι ξαπλωμένος, ετοιμοθάνατος, μόνο και μόνο για να παρασταθεί στις τελευταίες στιγμές του άντρα της. Η θέλησή της να ολοκληρώσει την έκδοση των απάντων του Τολστόι, βοήθησε την Σοφία να ξεπεράσει το πένθος. «Ελπίζω οι άλλοι να είναι επιεικείς με κάποιαν που υπήρξε τόσο αδύναμη στον ρόλο της συζύγου ενός ιδιοφυούς πραγματικά μεγάλου άνδρα», έγραψε.
ν
Άννα Ντοστογιέφσκαγια
Τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι γράφτηκαν με την βοήθεια της Άννας που στάθηκε γραμματέας και σύντροφος. Πηγή: Supplied
ν
Ο Ντοστογιέφσκι έκανε πρόταση γάμου στην στενογράφο του, την εικοσάχρονη Άννα Σίτκινα, μόλις έναν μήνα μετά την πρώτη τους συνάντηση, ενός μήνα εντατικής δουλειάς. Σε διάστημα 25 ημερών, η Άννα τον βοήθησε να ολοκληρώσει την τελευταία του παραγγελία , τον “Παίκτη”, και να διατηρήσει τα δικαιώματα όλων των έργων του που τα διεκδικούσε ένας άπληστος εκδότης.
Ήταν ένα επίτευγμα απολύτως οφειλόμενο στην αγάπη. «Η καρδιά μου ξεχείλιζε από τρυφερότητα για τον Ντοστογιέφσκι που επιβίωσε από την κόλαση της εξορίας. Ονειρευόμουν να βοηθήσω τον άνθρωπο, τις νουβέλες του οποίου θαύμαζα τόσο πολύ», έγραψε η Άννα στις αναμνήσεις της. Στο πρόσωπό της, ο απογοητευμένος 45χρονος συγγραφέας βρήκε την γυναίκα που θα αφοσιωνόταν αποκλειστικά σ’ αυτόν και στο έργο του.
Όπως ο ήρωας του μυθιστορήματός του, ο Ντοστογιέφσκι υπήρξε παθιασμένος χαρτοπαίκτης. Μετά το γάμο, η οικογένεια έπρεπε να εγκαταλείψει τη Ρωσία, επειδή οι δανειστές του τον κυνηγούσαν για τα χρέη του. Παρόλα αυτά συνέχισε τον τζόγο στην Ευρώπη, μέχρι του σημείου να ποντάρει τα κοσμήματα και τα ενδύματα της συζύγου του. Η Άννα αντιμετώπισε το πάθος του ως πάθηση κι όχι ως βίτσιο. Κάποια στιγμή του εμπιστεύθηκε τις τελευταίες τους, προς επιβίωση, οικογενειακές οικονομίες, έχοντας ήδη μια κορούλα. Η αφοπλιστική ειλικρίνεια αυτής της πράξης έκανε τον Ντοστογιέφσκι να κατανοήσει ότι η Άννα ήταν “δυνατότερη και στερεότερη απ’ ότι νόμιζε”. Έχασε τα χρήματα, έδωσε όμως δυο όρκους στην γυναίκα του: Να μην ξαναπαίξει και να την κάνει ευτυχισμένη. Κράτησε και τους δυο.
Τα σημαντικότερα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι γράφτηκαν με την βοήθεια της Άννας ως γραμματέως και συντρόφου που έδειχνε συμπάθεια απεριόριστη για τους χαρακτήρες τους, κλαίγοντας καμιά φορά κατά την υπαγόρευση. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του συγγραφέα, η οικογένεια υπερέβη τελικά τις βιοτικές δυσκολίες, χάρη στην Άννα κατά κύριο λόγο, που διαχειρίστηκε τις οικονομικές τους υποθέσεις. Ο θάνατός του δεν σήμανε και το τέλος για την αγάπη της, αφού αφιερώθηκε στην δημοσίευση των έργων του και την επιμέλεια του μουσείου του συγγραφέα. Δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ, απαντώντας με ειρωνεία: «Ποιον άλλο θα μπορούσα να παντρευτώ μετά τον Ντοστογιέφσκι; Τον Τολστόι ίσως;»
ν
Βέρα Ναμπόκοβα
Το ζεύγος Βέρα και Βλαντιμίρ Ναμπόκοβ σε κυνήγι πεταλούδων. Πηγή: Supplied
ν
Η Βέρα Σλόνιμ παντρεύτηκε τον Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, έναν υποσχόμενο συγγραφέα του οποίου την ποίηση ήδη θαύμαζε, στο Βερολίνο το 1925. Και οι δυο –κόρη Εβραίου νομικού και γιος διακεκριμένου Ρώσου πολιτικού– είχαν αφήσει την κομμουνιστική Ρωσία, πρώτα για την Γερμανία και κατόπιν για την Γαλλία και τις ΗΠΑ. Ο γάμος τους στηριζόταν σε έναν πολύ στενό δεσμό, σε σημείο ενόχλησης για τους οικείους του Ναμπόκοφ. Έδειχνε τυφλή εμπιστοσύνη στη Βέρα. Εκείνη επικοινωνούσε με τους εκδότες εκ μέρους του και απαντούσε στα τηλεφωνήματά του. Μέχρι που κρατούσαν το κοινό τους ημερολόγιο στο ίδιο τετράδιο.
Οι δημόσιες εμφανίσεις των Ναμπόκοφ ήταν αποκλειστικά από κοινού. Κατά την διάρκεια της καθηγεσίας του στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ, στις παραδόσεις του περί της ρωσικής Λογοτεχνίας, η Βέρα πάντα καθόταν δίπλα του. Τόσο αχώριστοι ήταν, που κυκλοφορούσε η φήμη ότι η Βέρα έκρυβε πιστόλι στην τσάντα της, ώστε να προστατέψει τον Ναμπόκοφ σε ρόλο σωματοφύλακα.
Το φιλικό κουτσομπολιό έλεγε ότι η Βέρα είναι αυτή που γράφει αντί για τον Βλαντίμιρ. Γιατί αυτή βρισκόταν πάντα μπροστά στη γραφομηχανή, ενώ ο ίδιος έγραφε παντού εκτός του γραφείου του. Στο μπάνιο, στο κρεβάτι, στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. «Το αυτοκίνητο είναι το μόνο μέρος στην Αμερική με ησυχία», έλεγε ο Ναμπόκοφ. Η Βέρα, που εκτελούσε επίσης χρέη οδηγού, συνήθιζε να τον πηγαίνει βαθιά στο δάσος και να τον αφήνει εκεί μόνο του να γράψει.
«Χωρίς τη γυναίκα μου, ούτε ένα βιβλίο δεν θα’ χα γράψει», συνήθιζε να λέει ο Ναμπόκοφ. Κι ακόμη, η “Λολίτα” θα ’χε χαθεί, αν δεν ήταν εκεί η Βέρα, μονίμως διασώζοντας το χειρόγραφο από τον κάλαθο των αχρήστων. Μοιραζόταν επίσης το πάθος του για το σκάκι και την εντομολογία. Σε ένα ταξίδι τους στην Ιταλία, ο Βλαντίμιρ έπεσε πάνω σε μια σπάνια πεταλούδα. Όπως είπε ένας αυτόπτης μάρτυρας, εκείνος δεν έσπευσε να την πιάσει, μόνο φώναξε τη γυναίκα του, ώστε να τον καμαρώσει να φυλακίζει το σπάνιο έντομο με την απόχη του.
Στην προσωπική της επιστολογραφία προς φίλους, η Βέρα παραπονιόταν για το πόσο δύσκολο ήταν να πείθει τον Βλαντίμιρ για μια ανάπαυλα απ’ τη δουλειά. Όμως μετά τον θάνατό του έκανε τα ίδια, περνώντας εξάωρα στη γραφομηχανή, μεταφράζοντας τις νουβέλες του και επιμελούμενη μεταφράσεις, στα ογδόντα της. Εκεί πέρα, στο Κορνέλ, σίγουρα δεν έκρυβε όπλο. Ήταν εκεί με το σπαθί της. Ο Βλαντίμιρ μιλούσε από καρδιάς, παραστατικά για την ρωσική Λογοτεχνία, κι εκείνη άφηνε τον καθένα να παρεισφρήσει σ’ αυτήν την υπέροχη συνομιλία.