Η Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα στις 6 Απριλίου 1941

Κατηγορία NEWS, Ιστορία

ΜΝΗΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ

Posted by Youmagazine Staff
ν

 

Σαν σήμερα, στις 6 Απριλίου 1941, οι Γερμανοί εισέβαλαν στη χώρα μας και επιδόθηκαν σε κτηνωδίες, αρπαγές και βαρβαρότητες.

Γερμανικό άρμα από αυτά που πήραν μέρος στη Μάχη των Οχυρών. Image: Supplied
ν

Η ΕΙΣΒΟΛΗ άρχισε στις 6 Απριλίου 1941, στις 5:15 το πρωί, 45 λεπτά νωρίτερα δηλαδή από τη στιγμή που επιδόθηκε η σχετική διακοίνωση στον Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή. Τα γερμανικά στρατεύματα προσέβαλαν τις ελληνικές θέσεις στη Μακεδονία, κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, όπου υπήρχαν 21 οχυρά. Εκεί δόθηκε η περίφημη μάχη, γνωστή στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία ως «Η Μάχη των Οχυρών».
Λέγοντας «Μάχη των Οχυρών» εννοούμε τον τετραήμερο εκείνον σκληρό, άνισο και επικό αγώνα (6-9 Απριλίου 1941) που έγινε στα οχυρά Μακεδονίας-Θράκης, κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, στην αποκαλούμενη «Γραμμή Μεταξά», με πρωταγωνιστές τα οχυρά στο Ρούπελ και στο Μπέλες. Επρόκειτο για σειρά οχυρών που δύσκολα διακρίνονταν και αποτελούσαν την οχυρωμένη αμυντική θωράκιση της Ελλάδας για την άμεση απόκρουση οποιασδήποτε αιφνιδιαστικής επίθεσης από Βορρά.
Η στρατηγική, η τακτική σχεδίαση, η τεχνική εκτέλεση και η υλικοτεχνική πλευρά σχεδιάστηκαν στο σύνολό τους από Έλληνες αξιωματικούς του μηχανικού και με την τακτική υποστήριξη αξιωματικών του πεζικού και του πυροβολικού. Η σχεδίαση και υλοποίηση ήταν καθαρά έργο των Ελλήνων αξιωματικών του μηχανικού με τη βοήθεια αποκλειστικά ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών και την τεχνική υποστήριξη και συμβολή του ΕΜΠ. Η αμυντική αυτή γραμμή ήταν ανώτερη της «Γραμμής Μαζινώ» και εφάμιλλη της «Γραμμής Ζίγκφριντ».
Τα 21 παραμεθόρια οχυρά κατασκευάστηκαν την περίοδο 1936-1940 και είναι τα εξής: Ποποτλίβιτσα (Παπαδοπούλα), Ιστίμπεη (Οχυρό), Κελκαγιά (Σπανή Πέτρα), Αρπαλούκι (Στήριγμα), Παλιουριώνες, Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη, Περσέκ, Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι, Παρταλούσκα, Ντάσαβλη, Λίσσε, Πυραμοειδές, Καστίλλο, Άγιος Νικόλαος, Μπαρτίσεβα, Εχίνος και Νυμφαία.
ν

Τα περισσότερα οχυρά, που παρέμεναν απόρθητα, αποχώρησαν ή παραδόθηκαν στις 10 Απριλίου, μετά την υπογραφή του σχετικού Πρωτοκόλλου (9 Απριλίου 1941) και κατόπιν διαταγής των ανωτέρων τους. Image: Supplied
ν

Τα οχυρά, που μπορούσαν να βάλουν προς όλες τις κατευθύνσεις, είχαν αποθήκες με επαρκή εφόδια για την κάλυψη αναγκών 15 ημερών άμυνας. Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η βουλγαρική όσο και η γερμανική υπηρεσία πληροφοριών δεν είχαν πληροφορίες για τις ακριβείς θέσεις, τη δύναμη και τον οπλισμό των οχυρών, παρ’ όλο που ορισμένα οχυρά (Ποποτλίβιτσα, Ιστίμπεη, Κελκαγιά κ.ά.) απείχαν μόνο 200-250 μέτρα από τα σύνορα.
ν

Αντιαρματικά εμπόδια μπροστά από το οχυρό Παρταλούσκα της Γραμμής Μεταξά. Οι Έλληνες στρατιώτες που επάνδρωσαν τα οχυρά επέδειξαν χαλύβδινα νεύρα και καλή πειθαρχία, παρά τα ισχυρά και συνεχή πυρά που δέχονταν. Πηγή: Wikimedia Commons
ν

Απέναντι στα οχυρά οι Γερμανοί παρέταξαν τη 12η Στρατιά που την αποτελούσαν περίπου 180.000 άνδρες με υπερσύγχρονο εξοπλισμό, 501 άρματα μάχης Πάντσερ, 165 πυροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων και 1.000 αεροπλάνα, εκ των οποίων τα 490 ήταν τα περίφημα βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως Στούκα.
Οι ελληνικές δυνάμεις αριθμούσαν 65.110 άνδρες, από τους οποίους μόνο οι μισοί ήταν σε μάχιμες μονάδες. Υπήρχε έλλειψη αξιωματικών, ενώ ο διαθέσιμος οπλισμός ήταν ανεπαρκής και απαρχαιωμένος. Τα αντιαεροπορικά και αντιαρματικά πυροβόλα, όπως και τα διαθέσιμα βλήματα, ήταν λιγότερα από τα προβλεπόμενα, καθώς είχαν σταλθεί στο Αλβανικό μέτωπο. Επίσης τα πυρομαχικά για τα ελαφρά όπλα ήταν στο ένα τρίτο από τα προβλεπόμενα. Τις ελληνικές δυνάμεις υποστήριζαν 80 αεροσκάφη της RAF και 90 αεροσκάφη της τότε Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας.
Στην πραγματικότητα όμως η συνολική δύναμη που αντιστάθηκε στον εχθρό και στα 21 οχυρά της Γραμμής Μεταξά στις 6 Απριλίου ήταν μόλις 5.630 άνδρες, αριθμός που αντιστοιχεί στο 62% περίπου της προβλεπόμενης εμπόλεμης δύναμης.
ν

Βομβαρδισμός ελληνικών θέσεων από το γερμανικό πυροβολικό. Πηγή: Wikimedia Commons
ν

Παρά το γεγονός ότι υπερτερούσαν σε έμψυχο και άψυχο υλικό, οι Γερμανοί δεν μπόρεσαν να διασπάσουν τη Γραμμή Μεταξά. Έτσι, επανέλαβαν αυτό που είχαν κάνει με τη Γραμμή Μαζινώ στη Γαλλία. Εισέβαλαν στη γειτονική Γιουγκοσλαβία, την οποία κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες, και μέσω των Σκοπίων τα Πάντσερ ξεχύθηκαν στην κοιλάδα του Αξιού και κατέλαβαν στις 9 Απριλίου τη Θεσσαλονίκη που ήταν ανυπεράσπιστη.
Έτσι παρουσιάστηκε το παράδοξο φαινόμενο, οι Γερμανοί να έχουν εισβάλλει στο εσωτερικό της χώρας, ενώ στα σύνορα τόσο στο μέτωπο της Αλβανίας όσο και στη Γραμμή Μεταξά τα στρατεύματά μας να συνεχίζουν να μάχονται ηρωικά, επιφέροντας μεγάλα πλήγματα στον εχθρό. Ακόμη και μετά τη συνθηκολόγηση στις 9 Απριλίου, σε πολλά οχυρά οι στρατιώτες μας αρνήθηκαν να καταθέσουν τα όπλα και να παραδοθούν.
Στο Ρούπελ οι συνεχείς βομβαρδισμοί δεν έκαμψαν την αντίσταση της φρουράς, αλλά ούτε και δέχτηκε να συνθηκολογήσει σε σχετική πρόταση των Γερμανών, με τον διοικητή του οχυρού να απαντά ότι τα οχυρά δεν παραδίδονται πάρα μόνο όταν κυριευτούν από τον αντίπαλο.
ν

Λοχίας Πεζικού Ίτσιος Δημήτριος

Το περιστατικό που ακολουθεί το αναφέρει ο αντιστράτηγος ε.α. Ιωάννης Δ. Κακουδάκης, επίτιμος ΑΎ/ΓΕΣ. Ο έφεδρος λοχίας Ίτσιος Δημήτριος από τα Άνω Πορόια του Μπέλες ήταν επικεφαλής του πολυβολείου Π8 στην περιοχή Ρουπέσκο. Το προσωπικό του πολυβολείου ήταν αυτός και 4 στρατιώτες από τους οποίους οι 2 ήταν συγχωριανοί του (Θ. Ζιώγας και Ι. Κοσάρτζης).
Οι πέντε άνδρες, που διέθεταν 38.000 φυσίγγια, βάλλουν από τις πρωινές ώρες της 6ης Απριλίου εναντίον των Γερμανών που επιτίθενται ορμητικά. Ο Ίτσιος αποφασίζει να συνεχίσει τον αγώνα, αν και τα παράπλευρα πολυβολεία είχαν σταματήσει να πυροβολούν. Λέει στους στρατιώτες του να φύγουν, αλλά αυτοί. Μάχονται ηρωικά προς τους επιτιθέμενους Γερμανούς, για πέντε ώρες. Όμως, τα φυσίγγια εξαντλούνται. Ο Ίτσιος δεν έχει καμιά επικοινωνία με τους προϊσταμένους του και μαζί με τους στρατιώτες του αναγκάζονται να εξέλθουν από το πολυβολείο.
Ο Γερμανός αξιωματικός, μιλώντας άπταιστα ελληνικά, ρωτά ποιος είναι ο επικεφαλής.
Ο λοχίας, άοπλος, πλησιάζει και αναφέρει:
«Ίτσιος Δημήτριος, λοχίας Πεζικού του ΙΙΙ/70 Τάγματος Πεζικού».
«Συγχαρητήρια, λοχία», του απαντά ο Γερμανός αξιωματικός. «Τώρα ακολούθησέ με».
Τον οδηγεί σ’ ένα ξέφωτο και του δείχνει τα πτώματα 200 και πλέον Γερμανών. (1 αξιωματικός και 232 στρατιώτες, σύμφωνα με τις γερμανικές πηγές.) 
«Αυτό είναι έργο δικό σου», λέει ο Γερμανός.
«Έκανα το καθήκον μου», απαντά ο λοχίας.
«Έκανες το καθήκον σου και τώρα είναι η σειρά μου να κάνω και εγώ το δικό μου καθήκον».
Βγάζει το πιστόλι του και τον πυροβολεί.
Ο λοχίας Ίτσιος ήταν ο πρώτος Έλληνας που εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τους Γερμανούς, κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών για τους αιχμαλώτους πολέμου.
Στο θρυλικό Π8 στην Ομορφοπλαγιά υπάρχει αναμνηστική στήλη και στο χωριό Άνω Πορόια η προτομή του ηρωικού παλληκαριού.
ν

Ο Δημήτρης Ίτσιος, ο ήρωας του Μπέλες που σκότωσε 233 Γερμανούς. Δεξιά, το άνοιγμα του πολυβολείου Π8 στην περιοχή Ρουπέσκο του οχυρού Ιστίμπεη στην οροσειρά Μπέλες. Image: Supplied
ν

Οι απώλειες

Οι απώλειες των Γερμανών κατά τη Μάχη των Οχυρών ήταν 2.689 νεκροί και τραυματίες, αξιωματικοί και στρατιώτες, πάνω από 350 αιχμάλωτοι και 170 αγνοούμενοι, σύμφωνα με τις γερμανικές πηγές.
Ο Διοικητής του 125ου Γερμανικού Συντάγματος που επιτέθηκε στο οχυρό Ρούπελ – Κάλη – Καρατάς είπε δακρύζοντας μετά το τέλος των μαχών: «Δεν θρηνώ ως στρατιώτης, διότι η θυσία ήταν επιβεβλημένη, αλλά κλαίω ως άνθρωπος, διότι από το Σύνταγμά μου απέμειναν μόνο λίγοι άνδρες».
Οι ελληνικές απώλειες κατά τον τετραήμερο σκληρό αγώνα υπήρξαν σχετικά μικρές και δεν ξεπέρασαν τους 1.000 νεκρούς και τραυματίες.
Εφέτος συμπληρώνονται 77 χρόνια από την ελληνική εποποιία 1940-41 και δυστυχώς η χώρα μας βιώνει μια δεύτερη γερμανική κατοχή, αυτή τη φορά οικονομική. Η μεθοδολογία όμως είναι η ίδια: βαρβαρότητα, απληστία, αρπαγή των περιουσιών των Ελλήνων και εξόντωσή τους. Γι’ αυτό και προσυπογράφουμε τα λόγια του αντιστράτηγου Ιωάννη Κακουδάκη:
«Η επέτειος αυτή βρίσκει τη χώρα μας να διεξαγάγει έναν οικονομικό πόλεμο με τον ίδιο αντίπαλο του 1941 και να αγωνίζεται και κατά την ειρήνη, όπως και στον πόλεμο. Όμως, ανεξάρτητα από τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουμε, έχουμε εθνική υποχρέωση και ιστορική επιταγή να επαναφέρουμε στη μνήμη μας τον τεράστιο και με τόσο κολοσσιαίες προεκτάσεις άθλο του Έθνους μας, για να διδασκόμαστε τι μπορεί να κάνει το Έθνος μας όταν είναι ενωμένο και προσηλωμένο στα εθνικά ιδεώδη και στις εθνικές μας επιταγές.
»Και πρέπει να τιμούμε τους δημιουργούς του, τους συντελεστές του, τη μνήμη των πεσόντων και, τέλος, να υπενθυμίζουμε σε όσους επιβουλεύονται το ιερό μας πάτριο έδαφος και την εθνική μας τιμή, ακεραιότητα και αξιοπρέπεια, τι τους περιμένει, αν τολμήσουν. Το Έπος του 1940-41 αποτελεί εθνικό οδοδείκτη και έτσι πρέπει να παραμείνει».

 


Translate this post