Το ακάνθινο στεφάνι του Ιησού είναι από τα ιστορικά κειμήλια που σώθηκαν από την πυρκαγιά που κατέστρεψε μεγάλο μέρος του καθεδρικού ναού της Παναγίας των Παρισίων. Ποια είναι η ιστορία του;
Ένας ιερέας καθαρίζει τη θήκη που περιέχει το ακάνθινο στεφάνι στην Παναγία των Παρισίων. Image: AFP / Philippe Lopez. Πηγή: Supplied
ν
ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ που συγκινεί όσο λίγα αντικείμενα τους Χριστιανούς είναι το ακάνθινο στεφάνι του Ιησού που βρίσκεται στην Παναγία των Παρισίων και σώθηκε την τελευταία στιγμή από την πυρκαγιά χάρη σε μια ανθρώπινη αλυσίδα που έσπευσε να σώσει τους θησαυρούς του ναού.
Τα εκατομμύρια των επισκεπτών που πηγαίνουν στη Νοτρ Νταμ δεν βλέπουν συνήθως αυτό το μοναδικό κειμήλιο, το οποίο έχει πάνω του περίπου 70 αγκάθια, είναι δεμένο με χρυσό νήμα και φυλάσσεται σε μια κρυστάλλινη λειψανοθήκη.
Το ακάνθινο στεφάνι εκτίθεται μόνο τις Παρασκευές και κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, αλλά και τη Μεγάλη Παρασκευή. Το ακάνθινο στεφάνι αγόρασε από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ο Λουδοβίκος Θ΄ (1214- 1270).
Μάλιστα, λέγεται ότι αφαιρούσε αγκάθια από το στεφάνι και τα έστελνε ως δώρα σε άλλους ηγεμόνες.
Ποια είναι όμως η πραγματική ιστορία του;
Σύμφωνα με τον Ματθαίο (27:29), οι στρατιώτες που οδήγησαν τον Ιησού στην αυτλή του πραιτωρίου (δικαστηρίου), έπλεξαν στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν στο κεφάλι του αντί για στέμμα, περιπαίζοντάς τον:
«και πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών επέθηκαν επί τη κεφαλή αυτού».
Σύμφωνα με αρχαίες αναφορές, το ακάνθινο στεφάνι ήταν πλεγμένο από βούρλα (που δεν έχουν αγκάθια) και από το αγκαθωτό θαμνόδεντρο Ziziphus spina-christi (είδος τζιτζιφιάς) της οικογένειας των ραμνιδών.
Η εξέταση όμως που έγινε στο ακάνθινο στεφάνι της Παναγίας των Παρισίων έδειξε ότι αποτελείται από συνεστραμμένα στελέχη βούρλων, όμως δεν υπάρχουν καθόλου κλαδιά Ziziphus spina-christi ή αγκάθια από αυτό το θαμνόδεντρο. ν
Το ακάνθινο στεφάνι της Παναγίας των Παρισίων έξω από τη γυάλινη θήκη του. Image:Supplied ν
Να σημειωθεί ότι οι χριστιανοί προσκυνητές των Αγίων Τόπων μαδούσαν τους θάμνους Ziziphus spina-christi από τα αγκάθια τους που βρίσκονταν κοντά στον Γολγοθά και τα έπαιρναν ως αναμνηστικά. Αυτό προκαλούσε κάποια εκούσια ή ακούσια σύγχυση, αφού μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θεωρούνταν και αυτά αυθεντικά. Ίσως και κάποιοι ηθελημένα εξαπάτησαν μερικούς παρουσιάζοντάς τους τέτοιου είδους αγκάθια ως αυθεντικά. ν
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΚΑΝΘΙΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΟΥ
Το Άγιο Παρεκκλήσι ή Σαιν Σαπέλ της Νοτρ Νταμ, χτίστηκε αποκλειστικά για να στεγάσει ένα τμήμα από τον ακάνθινο στέφανο που τοποθετήθηκε στο κεφάλι του Ιησού κατά το μαρτύριό του.
Η ύπαρξη του κειμηλίου είναι γνωστή ιστορικά τουλάχιστον από το 409, όταν ο Άγιος Παολίνος της Νόλα έγραφε για «τα αγκάθια με τα οποία στεφανώθηκε ο Σωτήρας και τα οποία φυλάσσονταν ως κειμήλια μαζί με το Σταυρό όπου καρφώθηκε και τον κίονα στον οποίο δέθηκε και μαστιγώθηκε».
Οι αναφορές έκτοτε είναι συχνές όπως εκείνη του Γρηγορίου της Τουρς, ο οποίος στο De Gloria martyri σχολιάζει ότι το ακάνθινο στεφάνι έμοιαζε ακόμα πράσινο και ότι το χρώμα του ανανεωνόταν θαυματουργά κάθε μέρα.
Ο Αντονίνος της Πιατσέντζα μνημονεύει την ύπαρξή του τον 6ο αιώνα, ενώ ήδη από τον 5ο αιώνα αναφέρονται προσκυνητές οι οποίοι το είχαν δει στην Ιερουσαλήμ. Το κειμήλιο αυτό φαίνεται ότι μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη περίπου στα 1063, ή μάλλον ένα τμήμα του, καθώς προγενέστερες αναφορές μνημονεύουν ότι τεμάχιά του είχαν δοθεί σε άλλες εκκλησίες κυρίως από αυτοκράτορες πιθανότατα σαν δώρο.
Αναφέρεται ότι ο Ιουστινιανός έδωσε «ένα αγκάθι» στον Αρχιεπίσκοπο του Παρισιού Σαιν Ζερμαίν, ο οποίος το τοποθέτησε στο Σαιν Ζερμαίν ντε Πρε, ενώ η αυτοκράτειρα Ειρήνη στα 798 ή 802 έστειλε στον Καρλομάγνο κομμάτια του ακάνθινου στεφανιού, ο οποίος με τη σειρά του τα φύλαξε στο ναό που έχτισε στο Άαχεν της σημερινής Γερμανίας. Οι αναφορές μοιάζουν ατέλειωτες.
Η ιστορία του στεφάνου ακολούθησε εκείνη των περισσότερων κειμηλίων που σχετίζονται με τη Σταύρωση του Ιησού και συνδέθηκε με τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους.
Στα 1238 ο Λατίνος αυτοκράτορας της Πόλης ο Μπαλντοβίνος ΙΙ, αναζητώντας απεγνωσμένα υποστήριξη από τις στρατιές της Δύσης για να κρατήσει την Κωνσταντινούπολη, χρησιμοποίησε το ακάνθινο στέφανο ως ενέχυρο για να αποσπάσει ένα δάνειο από τους Βενετούς. Καθώς όμως δεν μπόρεσε να το αποπληρώσει, οι Βενετοί πούλησαν με τη σειρά τους στον ευσεβή Λουδοβίκο Θ΄, κατά τη διάρκεια της πρώτης σταυροφορίας το 1239, το ακάνθινο στεφάνι μαζί με άλλα κειμήλια, όπως τμήματα του Τιμίου Σταυρού, καρφιά από τη Σταύρωση και σταγόνες από το αίμα του Χριστού, ζητώντας του 13.134 χρυσά νομίσματα της εποχής, δηλαδή σχεδόν τρεις φορές περισσότερο από όσο πλήρωσε ο βασιλιάς για την κατασκευή της Σαιν Σαπέλ. ν
Το ακάνθινο στεφάνι που σώθηκε φυλάσσεται σε μια γυάλινη θήκη, η οποία είναι διακοσμημένη με μια απομίμηση του στεφάνου. Image: Supplied ν
Ήδη όμως από εκείνη την εποχή το ακάνθινο στεφάνι φαίνεται ότι είχε χάσει τα 60 ή 70 αγκάθια του, τα οποία κυκλοφορούσαν σε διάφορους ναούς της Δύσης και το μόνο που είχε απομείνει ήταν πια το ξύλο του στεφανιού. Κανένα από τα αγκάθια αυτά δε φαίνεται να βρίσκεται πλέον στο Παρίσι, ενώ πολλές εκκλησίες της Δύσης υποστηρίζουν ότι έχουν στην κατοχή τους κάποια από αυτά.
Το ακάνθινο στεφάνι που απέκτησε ο εξαιρετικά ευσεβής Λουδοβίκος Θ΄ από την Κωνσταντινούπολη μεταφέρθηκε στο Παρίσι δύο χρόνια αργότερα, αφού κρατήθηκε ως ενέχυρο από τους Βενετσιάνους έως τη συγκέντρωση του υπέρογκου για την εποχή ποσού, και τοποθετήθηκε προσωρινά στο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου μέχρι την ολοκλήρωση της Σαιν Σαπέλ και τα εγκαίνιά της στις 26 Απριλίου 1248.
Τα ιερά κειμήλια τοποθετήθηκαν τότε σε ένα μεγάλο θησαυροφυλάκιο με διακόσμηση από χρυσό και πολύτιμους λίθους σε υψηλό σημείο στο βάθος της αψίδας του Ιερού και κάθε Μεγάλη Παρασκευή παρουσιάζονταν σε κοινή θέα στους πιστούς. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται μέχρι σήμερα από τη νέα τους έδρα όμως, την Παναγία των Παρισίων όπου μεταφέρθηκαν, όσα τουλάχιστον διασώθηκαν, στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης μετά από μια σύντομη παραμονή τους στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού.
Τμήματα του ακάνθινου στεφανιού υπάρχουν και στο Θησαυροφυλάκιο των Αψβούργων, στη Βιέννη.