Ο Μεφιστοφελής προσφέρει στον Φάουστ το δώρο της αθανασίας
ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ | Ενημ. 25/11/2024, 17:42
Από τον Ανδρέα Τσάκαλη
Ο σοφός δρ Φάουστ και ο Μεφιστοφελής συζητούν για το επίμαχο θέμα της μετενσάρκωσης ως το κλειδί της αθανασίας.
Γκραβούρα άγνωστου καλλιτέχνη που κοσμούσε το έργο “Φάουστ” του Γκαίτε (1749-1832). Image: Supplied
v
ΤΟ ΟΝΟΜΑ Φάουστ είναι η μεταγενέστερη απόδοση του ρωμαϊκού ονόματος Faustus (Φαύστος). O Φάουστ είναι ο αιώνιος αναζητητής που εγκαταλείπει τον κόσμο των συνηθισμένων ανθρώπων και στρέφεται στις σπουδές και τις έρευνες, μελετώντας αστρονομία, μεταφυσική και μαγεία. Όπως και οι αλχημιστές, ψάχνει το μυστικό της αθανασίας και της αιώνιας ζωής.
Μοιραία, κάποια στιγμή, θα έρθει σ’ επαφή με τον «οικείο δαίμονα», τον Μεφιστοφελή, το πνεύμα που σύμφωνα με τον Γκαίτε «προσπαθεί όλο το κακό να κάνει και κάνει όλο το καλό». Σαν επιστέγασμα των προσπαθειών που έχει καταβάλει, ο Μεφιστοφελής θα προσφέρει στον Φάουστ το δώρο της αθανασίας…
O θρύλος αυτός, που αποτυπώθηκε στο ομώνυμο έργο του Γκαίτε, προέρχεται από ένα ελληνικό μυθιστόρημα της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου, εμπνευσμένο από την πρώιμη χριστιανική παράδοση και την υποτιθέμενη αναμέτρηση του απόστολου Πέτρου με τον Σίμωνα τον Μάγο.
Ο θάνατος του Σίμωνα του Μάγου από το “Χρονικό της Νυρεμβέργης” (1493). Wikimedia Commons
Σύμφωνα με την παράδοση αυτή, ο απόστολος Πέτρος ήρθε σε σύγκρουση με τον Σίμωνα, ο οποίος δίδασκε την εποχή των πρώτων χρόνων του χριστιανισμού ελληνικό πολιτισμό και φιλοσοφία. O Πέτρος κατάλαβε αμέσως ότι η σοφία των Ελλήνων, με την γοητεία που ασκούσε στον κόσμο, ως άλλη Ωραία Ελένη, ήταν απειλή για τον χριστιανισμό και αποφάσισε να καταδώσει τον Σίμωνα στις ρωμαϊκές αρχές ως μάγο. Η μαγεία καταδικαζόταν με θάνατο κι έτσι η επικίνδυνη διδασκαλία θα τερματιζόταν με την φυσική εξόντωση του εισηγητή της. Όταν όμως οι ρωμαϊκές αρχές δεν έκαναν τίποτα, αποφάσισε να τον βγάλει από τη μέση, παλεύοντας μαζί του.
H σύγκρουση των δύο γιγάντων, του Σίμωνα του Μάγου με τον συνονόματό του Σίμωνα Πέτρο, έλαβε χώρα στη Ρώμη. Ύστερα από πολύωρη αναμέτρηση, ο απόστολος επικράτησε του αντιπάλου του, ο οποίος τσακίστηκε στη γη και πέθανε άδοξα.
Αυτή είναι η χριστιανική εκδοχή. Το ρωμαϊκό μυθιστόρημα που αναφέραμε, δίνει μια διαφορετική εκδοχή του μύθου.
Μην μπορώντας να τα βγάλει πέρα με τις δυνάμεις του Πέτρου, ο Σίμων, με τις μαγγανείες του, πήρε τη μορφή ενός άλλου προσώπου, του μελαγχολικού αριστοκράτη Φαύστου, δίνοντας στον ηλικιωμένο άρχοντα τη δική του. O αγώνας μπορεί τελικά να κατακυρώθηκε υπέρ του Πέτρου, αλλά αυτός είχε παλέψει στην πραγματικότητα με έναν αδύναμο γέρο. O Σίμων ο Μάγος, με τη μορφή πλέον του Φαύστου, μπορούσε να συνεχίσει ανενόχλητος τη διδασκαλία του μέσα από διαδοχικές «μετενσωματώσεις» ή μεταμορφώσεις.
Τον 16ο αιώνα, εκδόθηκε στα γερμανικά ένα νέο μυθιστόρημα που προσπαθούσε να αφηγηθεί την ιστορία του Σίμωνα-Φαύστου. Το διάβασε ο Βρετανός δραματουργός Μάρλοου και το απαθανάτισε στο γνωστό θεατρικό του έργο Δόκτωρ Φάουστους. Από μια λαϊκή εκδοχή του θεατρικού έργου που παιζόταν με μαριονέτες, την υπόθεση πληροφορήθηκε και ο Γκαίτε, ο οποίος το 1773 άρχισε τη συγγραφή του δικού του έργου, που καθιέρωσε τους δύο πρωταγωνιστές –τον Μεφιστοφελή και τον δόκτορα Φάουστ– ως διαχρονικά σύμβολα.
Ο Φάουστ είναι ο αιώνιος αναζητητής, ο Μεφιστοφελής το άγρυπνο πνεύμα μέσα στον άνθρωπο που προσπαθεί να απαντήσει στα αιώνια οντολογικά ερωτήματα: ποιος είμαι, πού πάω, γιατί γεννήθηκα, ποιος ο σκοπός μου στη ζωή;
ν
Frederick Boissonnas: Ο Φάουστ στο σπουδαστήριό του (1896). Image: Supplied
ν
Μια παραβολή για τον σοφό δρα Φάουστ
«Γιατί με θεωρούν σαν έναν πονηρό και άπληστο παγιδευτή των ψυχών των ανθρώπων», παραπονέθηκε ο Μεφιστοφελής στον δρα Φάουστ. «Είμαι ακριβώς το αντίθετο. Εγώ, αν συμπαθήσω κάποιον, εσένα για παράδειγμα, θα μπορούσα να του χαρίσω το δώρο της αθανασίας χωρίς κανένα αντάλλαγμα, έτσι μόνο από φιλία».
O Φάουστ τον κοίταξε με δυσπιστία. «Αλήθεια, θα μου έκανες ένα τέτοιο δώρο;»
«Δεν με πιστεύεις; ρώτησε πειραγμένος ο Μεφιστοφελής. «Ναι, εσένα, ένα πλάσμα από σάρκα και αίμα, μπορώ να σου εξασφαλίσω αιώνια ζωή! Την θέλεις;»
«Και ποιος δεν τη θέλει;» απάντησε ο Φάουστ.
«Θαυμάσια! Πες ότι έγινε!»
Αλλά αντί να πανηγυρίζει, ο Φάουστ ήταν σκεπτικός.
«Μια στιγμή. Ξέρεις, μόλις τώρα σκέφτηκα κάτι… Ας πούμε ότι ζω δυο ή τρεις χιλιάδες χρόνια και ύστερα βαριέμαι τη ζωή μέχρι αηδίας. Αλλά τότε τίποτα δεν θα μπορεί να αλλάξει, αφού θα πρέπει να ζω στην αιωνιότητα. Αυτό, φίλε μου, είναι χειρότερο κι απ’ την κόλαση. Όχι, δεν θέλω μια τέτοια προοπτική».
«Μην ανησυχείς καθόλου», είπε ο Μεφιστοφελής. «Μόλις εσύ ο ίδιος θελήσεις ένα τέλος για την ύπαρξή σου, θα μπορείς οποιαδήποτε στιγμή να πας να συναντήσεις τους προγόνους σου».
«Κατάλαβα», μουρμούρισε ο Φάουστ, «το παλιό κόλπο· δηλαδή θα ζήσω και θα γεράσω μέχρις ότου σε εκατό χρόνια θα έχω γίνει θα έχω γίνει το πιο σαράβαλο απ’ όλα τα γέρικα σαράβαλα, ένα άχρηστο, σάπιο κούτσουρο. Και να συνεχίσω να ζω σ’ αυτή την κατάσταση; Σ’ ευχαριστώ για την αθανασία που μου προσφέρεις!»
«Γιατί πηγαίνεις στα άκρα;» διαμαρτυρήθηκε ο Μεφιστοφελής. «Διάλεξε όποια ηλικία θέλεις, την πιο όμορφη, ας πούμε 25 χρόνων. Και θα μείνεις 25 χρόνων για πάντα».
«Είσαι πράγματι πολύ πονηρός», απάντησε ο Φάουστ. «Ας υποθέσουμε ότι στα 25 μου χρόνια ερωτεύομαι μια όμορφη γυναίκα. Παντρευόμαστε και κάνουμε παιδιά. H γυναίκα μου γερνάει, τα παιδιά μου μεγαλώνουν με φτάνουν και με περνάνε σε ηλικία, ενώ εγώ μένω πάντα όμορφος και νεαρός, δηλαδή στην πραγματικότητα ένας ξένος γι’ αυτούς. Τι είδους ζωή είναι αυτή που μου προσφέρεις!»
«Μπορεί τότε να γίνει διαφορετικά», είπε μειλίχια ο Μεφιστοφελής. «Θα γερνάς με την ίδια ταχύτητα όπως η γυναίκα και τα παιδιά σου μέχρι ένα ορισμένο σημείο, ας πούμε μέχρι τα 90 χρόνια. Ύστερα, όταν πια θα είσαι μόνος σου, θα αρχίσεις να γίνεσαι όλο και νεότερος μέχρι που θα φτάσεις ξανά στην παιδική ηλικία, οπότε και θα ξαναρχίσεις από την αρχή».
«Αυτό είναι εντελώς παράλογο», διαμαρτυρήθηκε ο Φάουστ.
«Απλώς προτείνω διάφορες εναλλακτικές λύσεις», είπε ο Μεφιστοφελής σηκώνοντας τους ώμους του. «Διάλεξε όποια προτιμάς, είμαι έτοιμος να πραγματοποιήσω ό,τι κι αν μου πεις».
«Τι λες γι’ αυτό; Θα ζω όπως και κάθε άλλος, προσεγγίζοντας βαθμιαία μια οριακή γραμμή, ας πούμε τα 90 χρόνια. Ύστερα θα πεθαίνω και θα ξαναγεννιέμαι αμέσως σαν μωρό και θα ζω μια ολόκληρη ζωή μέχρι τα 90 και μετά ξανά θα πεθαίνω και θα γεννιέμαι και αυτό συνέχεια για πάντα…»
«Με άλλα λόγια, θα ζεις σαν παιδί και νεαρός με την ψυχή και την πείρα ενός ώριμου που έχει ζήσει για πολλά χρόνια. Κατάλαβα σωστά;» ρώτησε ο Μεφιστοφελής. «Φαντάσου, όμως, το εξής: μοιάζεις για επτά ετών, και θα πρέπει συνεχώς να προσποιείσαι με τους φίλους και τους συγχρόνους σου, γιατί διαφορετικά θα απομονωθείς εντελώς. Αφού ο νους σου στην πραγματικότητα θα είναι ο νους του σοφού δρα Φάουστ».
«Ώστε, λοιπόν, καταλήγουμε σε αδιέξοδο!» αναστέναξε ο Φάουστ και βυθίστηκε ξανά σε σκέψεις.
Ύστερα από λίγο αναφώνησε: «Εύρηκα! Να τι θα κάνουμε: αφού ζήσω μέχρι μια αρκετά μεγάλη ηλικία, θα παραδίνω την ψυχή μου στο Θεό, όπως και κάθε άνθρωπος, και ύστερα θα ξαναγεννιέμαι μεταμφιεσμένος σε άλλο άτομο, έχοντας ξεχάσει ολοκληρωτικά –ακούς, ολοκληρωτικά!– την προηγούμενη ζωή μου. Παιδί, ώριμος και γέρος. Ξανά και ξανά για πάντα. Θάνατος και επαναγέννηση χωρίς να το γνωρίζω».
«Αυτή είναι πράγματι μια μεγαλοφυής ιδέα. Υποκλίνομαι!» O Μεφιστοφελής έβγαλε το καπέλο του και έκανε μια βαθιά υπόκλιση. «Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο καθετί ζωντανό σ’ αυτόν τον κόσμο παραμένει αθάνατο…»
© 2024 Youmagazine.gr
ν