Το μοναδικό αρχαιολογικό στοιχείο για τη Σταύρωση
ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Posted by Youmagazine Staff
Έλληνας αρχαιολόγος έφερε στο φως το μοναδικό σκελετικό εύρημα από την εποχή της Σταύρωσης: ένα οστό τρυπημένο με καρφί.
v
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ η Σταύρωση δεν ήταν απλά ένας τρόπος εκτέλεσης, αλλά ένας ατιμωτικός τρόπος θανάτου. Για σχεδόν μια χιλιετία χρησιμοποιούσαν αυτόν τον αργό και βασανιστικό τρόπο δημόσια, για να αποτρέψουν μελλοντικά εγκλήματα, ταπεινώνοντας το άτομο που επρόκειτο να πεθάνει.
Από τις χιλιάδες των ανθρώπων που εκτελέστηκαν με αυτό τον τρόπο, θα περίμενε κανείς ότι θα είχαν διασωθεί και συλλεχθεί υπό μορφή αρχαιολογικών στοιχείων αρκετά απομεινάρια από εκείνη τη μακρινή, αλλά τόσο ανάγλυφα ζωντανή στη φαντασία μας, εποχή. Παρ’ όλα αυτά, και παρά τα όσα απίθανα έχουν λεχθεί κατά καιρούς στη διάρκεια των αιώνων, μόνο ένα στοιχείο έχει διασωθεί.
Πρόκειται για την διαπερασμένη με καρφί πτέρνα ενός Ιουδαίου που εκτελέστηκε από τους Ρωμαίους, του Γιοχανάν μπεν Χάγκολ (Yehohanon ben Hagkol), ο οποίος σταυρώθηκε τον 1ο αιώνα μ.Χ. Το απομεινάρι βρέθηκε το 1968 σε ένα οστεοφυλάκιο από τον βιβλικό αρχαιολόγο Βασίλειο Τζαφέρη, στη συνοικία Giv’at ha-Mivtar στο βόρειο τμήμα της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Το πέτρινο οστεοφυλάκιο βρισκόταν σε ένα αρχαίο νεκροταφείο και είχε στο πλάι χαραγμένη στα εβραϊκά την επιγραφή «Γιοχανάν [Ιωάννης] ο γιος του Χάγκολ».
v
Η απολιθωμένη πτέρνα του Γιοχανάν μπεν Χάγκολ διαπερασμένη με το καρφί.
Δεξιά, ανακατασκευή ολόκληρου του κάτω άκρου του δεξιού ποδιού.
Photo: Joe Zias. Πηγή: Supplied
v
Η Σταύρωση φαίνεται να έχει τις ρίζες της στην Περσία, απ’ όπου την πήραν οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, που προτίμησαν αυτόν τον τρομερό τρόπο θανάτου για τους ειδεχθείς εγκληματίες.
Τα αρχαιολογικά στοιχεία, όμως, δείχνουν ότι και οι Πέρσες δανείστηκαν τη Σταύρωση από τους Ασσύριους, οι οποίοι θεωρούνταν αυθεντίες στον ψυχολογικό πόλεμο. Συνήθιζαν να παλουκώνουν σε δημόσια θέα τους αιχμαλώτους πολέμου για να σπάσουν το ηθικό των αντιπάλων τους. Και όπως δείχνει ένα ανάγλυφο από το ανάκτορο της Νιμρούντ, που βρίσκεται περίπου 30 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Μοσούλης, στο βόρειο Ιράκ, στην κορυφή του πασάλου κάρφωναν τα κεφάλια και τα εντόσθια των εκτελεσμένων ως ένδειξη πλήρους ταπείνωσης και περιφρόνησης του εχθρού.
Ωστόσο, η Σταύρωση δεν ήταν συνηθισμένο είδος εκτέλεσης. Απαγορευόταν να χρησιμοποιηθεί σε Ρωμαίους πολίτες ή σε άτομα που είχαν εξαγοράσει την ελευθερία τους (απελεύθεροι), και προοριζόταν μόνο για δούλους που είχαν εγκληματήσει ή για άτομα που βρίσκονταν πολύ χαμηλά στην κοινωνική κλίμακα. Γι’ αυτό και η Σταύρωση ήταν γνωστή ως «τιμωρία των σκλάβων».
Όσοι βρίσκονταν πιο ψηλά στην κοινωνική κλίμακα, μπορούσαν να ζητήσουν ένα γρήγορο θάνατο με αποκεφαλισμό, όπως συνέβη για παράδειγμα με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, που ήταν και η πιο ανθρώπινη μορφή εκτέλεσης.
v
Η τρυπημένη με καρφί πτέρνα του Γιοχανάν μπεν Χάγκολ. Το σιδερένιο καρφί έχει μήκος 19 εκατ. και πάχος περίπου 1 εκατ. Πηγή: Μουσείο Ισραήλ
v
Έχοντας διαπεράσει την πτέρνα του δεξιού ποδιού, η μύτη του καρφιού λύγισε όταν ήρθε σε επαφή με το σκληρό ξύλο της ελιάς, σχίζες της οποίας εισήλθαν στο κόκκαλο. Ο Γιοχανάν (Ιωάννης) ήταν ηλικίας μεταξύ 24 και 28 ετών, είχε ύψος 1,67 μέτρα και εκτελέστηκε την ίδια περίπου περίοδο και με τον ίδιο τρόπο με τον Ιησού.
v
Η Σταύρωση του Γιοχανάν μπεν Χάγκολ, σύμφωνα
με τον αρχαιολόγο Βασίλειο Τζαφέρη. Πηγή: Supplied
v
Να σημειωθεί ότι ο ξύλινος σταυρός δεν είχε το σχήμα του γνώριμου χριστιανικού σταυρού, αλλά σχήμα Τ, αποτελούμενος από έναν κατακόρυφο στύλο και ένα οριζόντιο δοκάρι. Σε γενικές γραμμές, το θύμα δενόταν και καρφωνόταν στον σταυρό σε οριζόντια θέση και κατόπιν σήκωναν τον σταυρό σε όρθια θέση. Συνήθως υπήρχε πάνω στο σταυρό επιγραφή που ανέφερε το κακούργημα του εκτελεσμένου, ενώ κάποιες φορές τοποθετούσαν ένα ξύλινο υποστήριγμα ώστε να μπορεί ο εσταυρωμένος να καθίσει. Δεν έλειπαν οι περιπτώσεις που το θύμα σταυρωνόταν ανάποδα, με το κεφάλι προς το έδαφος.
v
Βασίλειος Τζαφέρης
Ο βιβλικός αρχαιολόγος Βασίλειος Τζαφέρης γεννήθηκε στη Σάμο την 1η Απριλίου 1936 και πέθανε στη Θεσσαλονίκη την 1η Ιανουαρίου 2015. Λόγω του εκτεταμένου ανασκαφικού έργου του διετέλεσε διευθυντής του Τμήματος «Ανασκαφές & Έρευνες» (1991-2001) της Αρχής Αρχαιοτήτων του Ισραήλ.
Όταν έγινε 14 χρόνων μετακόμισε με την οικογένειά του στην Ιερουσαλήμ προκειμένου να γίνει Αγιοταφίτης μοναχός, όπως «τον είχαν τάξει οι γονείς του» κατά τη γέννησή του. Φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο της Ιερουσαλήμ και στη συνέχεια, στα δεκαεννιά του, εισήχθη στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ. Σπούδασε Αρχαιολογία και Αρχαία Ιστορία του Ισραήλ, «αφήνοντας για πάντα το δρόμο του μοναχισμού». Λίγο μετά την απόκτηση του πτυχίου του συνέχισε σε μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση στα ψηφιδωτά της πρωτοβυζαντινής περιόδου.
Ο αρχαιολόγος Βασίλειος Τζαφέρης
Το 1967 ξεκίνησε διδακτορικές σπουδές στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο υπό την εποπτεία των καθηγητών Michael Avi-Yonah και David Flusser, από όπου και έλαβε το 1971 τον τίτλο του διδάκτορα.
Από το 1976 έως το 1982 διετέλεσε Λέκτορας στο Τμήμα Επιστημών των Θαλάσσιων Σπουδών και Κλασικής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Χάιφα.
Το Μάιο του 1990 δίδαξε ως επισκέπτης καθηγητής το μάθημα «Αρχαιολογία και Καινή Διαθήκη» στο Πανεπιστήμιο Pepperdine στην Καλιφόρνια. Από το 1994 υπήρξε καθηγητής στο κολέγιο Seaver του ίδιου Πανεπιστημίου.
Εκτός από την ακαδημαϊκή του ιδιότητα, από το 1967 υπήρξε μέλος της Επιτροπής Συμβούλων της «Εταιρείας για τη Μελέτη του Ισραήλ», ενώ από το 1999 ήταν μέλος του Ανωτάτου Συμβουλίου των Ισραηλιτών Αρχαιολόγων. Από το 1984 έως το 2002 διετέλεσε Έφορος του Μουσείου του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων.
Ο Βασίλειος Τζαφέρης ήταν πολύγλωσσος, καθώς γνώριζε την αρχαία και νέα ελληνική, την εβραϊκή, την αγγλική, την ιταλική, την αραβική και τη γερμανική γλώσσα.
Ήταν παντρεμένος και είχε δύο παιδιά, ενώ μοίραζε το χρόνο του ανάμεσα στην Ελλάδα και το Ισραήλ, καθώς τα παιδιά του κατοικούν στην Αθήνα. Μετά τη συνταξιοδότησή του, ασχολήθηκε κυρίως με την ελληνική κοινότητα της Ιερουσαλήμ, και μάλιστα εξελέγη πρόεδρος της κοινότητας, από το 1984, φροντίζοντας να προάγει την πολιτιστική κληρονομιά μεταξύ των δύο χωρών.
Η συμβολή του στην αποκάλυψη και μελέτη ευρημάτων, σχετικά με την αρχαιολογία της Παλαιστίνης ήταν σημαντική. Διεύθυνε δεκάδες ανασκαφές, μερικές από αυτές στην Ασκάλωνα, την Τιβεριάδα, την Μπεθ Σεάν, την Καπερναούμ, σε αρκετές περιοχές της Ιερουσαλήμ, στην Καισάρεια του Φιλίππου και αλλού.
ν